Αναζήτηση
Αποτελέσματα 3361-3370 από 3548
Το 'ίδι, σαμού ΄υρεύει να φα ξύο, πααίνει σουρτεύεται σου ομbαση το ραβdί
(1951)
Το γίδι, όταν θέλει να φάει ξύλο, πάει και τρίβεται στου τσοπάνου το ραβδί
Έχει τ' αντρόγενο χολή, έχουν τ' αδέρφ' αμαχή, έχει κ' η μάννα με παιδί, όσο να μπη και να 'βγη
(1952)
Χολή = θυμός με διάρκεια, αμαχή (μάχη) = μίσος
Αρ το ορταχεψίμι να ήτουν gαο, τα δυο 'δεφε χα πάρουν α 'ναίκα
(1951)
Αν η κολληγιά ήτανε καλή, τα δυο αδέρφια θα παίρνανε μια γυναίκα
Ζ΄ ναίκας ΄ς τα σεράνdα κατζία να πγέσ΄ τόϊνα · ατσείνο πάλι νdα ΄νανοστείς και τσαί νdα πγέσ΄
(1951)
Της γυναίκας από τα σαράντα λόγια να πιάσεις (δεχτείς) το ένα · και κείνο πάλι να το σκεφτείς καλά και να το πιάσεις
Ο υμνός φεύgει ση γωνία, ο νησιτκός βγαίνει σο θύρι
(1951)
Ο γυμνός φεύγει στη γωνία (του σπιτιού), ο νηστικός βγαίνει στην πόρτα. Έχει την ίδια έννοια με την προηγούμενη. Τις έλεγαν σα δικαιολογία όταν ξόδευαν κάτι για να ντυθούν. Την έλεγαν κι αλλιώς. Ο ύμνος φεύgει πέσου, ο ...
Δόσιμα εν dου Θιού το δόσιμα του ισανού τίπος τζό 'νι
(1951)
Δόσιμο είναι του Θεού το δόσιμο, τ'ανθρώπου τίποτε δεν είναι. Μονάχα αυτό που μας δίνει ο Θεός αξίζει
Η ΄ναίκα ένι ΄ς το δϊέβο τσ άβ μέ(γο) δϊέβος !
(1951)
Η γυναίκα είναι από το διάβολο πιο μεγάλος διάβολος ! Αυτό, λέει, το είπε ο Άγι- Αντώνης, όταν είδε πως μία γυναίκα έβαλε το διάβολο μέσα στη στάμνα. Δες τον αριθ. 184
Τα μικρά δεν ήθελα, τα μεγάλα γύρευα, γύριζε χερόμ΄πλιζε κούνα και το διάολο
(1957)
Είχανε κάμει ένα καΐκι εδώ, 3 Λαικιώτες, και βγήκανε εδώ όξου από το Ξωλίθαρο να δοκιμάσουνε το καΐκι. Στη βόλτα, να δούνε τι αρμένισμα κάνει το καΐκι , αλλά εκεί που βγήκανε, τους πιάσανε Αλγερινοί και τσου πήανε στ΄ ...
Ο Θεός σαμού 'υρεύει το πέτεγο, φτένει τα καρφί
(1951)
Ο Θεός ως την αυγή, τα πέταλα τα κάνει καρφιά και τα καρφιά πέταλα