Αναζήτηση
Αποτελέσματα 211-220 από 3150
Χωρίς αέρα το πουλί, χωρίς νερό το ψάρι, χωρίς αγάπη δε bερνά νέα και παλληκάρι
(1963)
Δηλαδή, δεν αγα΄ούν μόνο τις όμορφες, αγαπούν και τις άσχημες. (Τιάρις= μήπως), (ρεχτή= επιθυμήση του ρημ. ορέγομαι)
Όλη μέρα δος και πάρε, και το βράδυ “Άψε μου κερά, το λύχνο”
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση που σπαταλά κανείς τον πολύν χρόνο εργασίας και προσπαθεί την τελευταία στιγμή να τον αναπληρώση
Σάν απεθάνη ο πλούσιος, δε bαίρνει βιός μαζί dου, μόνου τρείς πήχες σάβανο, που dύνου dό κορμί dου
(1963)
Δηλαδή όλα είναι μάταια
Σα bεινώ και δε νυστάζω, όσο θέλεις, σκέπαζέ με
(1963)
Δηλαδή, όταν κανείς πεινα ή δε νυστάζει ή του συμβαίνουν και τα δυό, όσο κι' αν προσπαθή να κοιμηθή, δεν το κατορθώνει
Το Μάη πίνε το νερό, το bρωτοούλη 'άλα, τον Άουστο γλυκύ (γλυκό) gρασί, να δης τα παληκάρια
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Των αρχόdω οι όρνιθες κοιτάζουσι νωρίς
(1963)
Παραδείγματος χάρη: - “Απού τσι τρείς η ώρα κοιτάζουσιν οι όρνιθές μας. -Δεν έχεις ακουστά πως των αρχόdω οι όρνιθες κοιτάζουσι νωρίς; Είναι, λέει καλοπερασμένες και 'ια φτό. Τω φτωχώ ραίνουdαι νάβρου dίστα να φάνε και ...
Ω Ενάρη κακνακάρη, πούν' οι όμορφες κοπέλλες; -Απίσω στο bυρόμαχα κάθουdαι gαι βγάνουν τζι μύξες τωνε
(1963)
Λέγεται επειδή το Γενάρη είναι κρύο και κάθονται οι άνθρωποι στο τζάκι και συνήθως είναι κρυωμένοι
Μ' ένα κώλο γεράζει κανένας, μ' ένα βιός δέ γεράζει
(1963)
Παραδείγματος χάρη: “Εέρασα και δε bορώ να κάμω πια τίοτα, αλλά καλός-κακός απότραφος, λέει..Κάτι κάνω κι΄εώ αποστρέφω τα ζωdόβολα, θα τα ταίσω, θα βοτανίσω τα σπαρμένα”
Ώχου κι' ώχου τση κακομοίρας άdρας μου και κρίμας νάχη το φως του
(1963)
Ώχου κι' ώχου τση κακομοίρας άdρας μου και κρίμας ή και 'ιάdα νάχη το φως του