Αναζήτηση
Αποτελέσματα 591-600 από 711
Πιρμή με δώσ' άν οκούτι, θέκνεις άν gοσάς σόν gώ μου
(1951)
Πρίν να μού δώσεις μιά συμβουλή, μού βάνεις έναν σπανό (πέος) στον κώλο μου. Κάνεις τάχα πώς με συμβουλεύεις, μά με τορπιλλίζεις και σύ δόλια
Του 'υρίζει το κρασί ξίδι, 'ίνεται βυνατό
(1951)
Το κρασί που γυρίζει σε ξίδι, γίνεται δυνατό. Εκείνος που αλλάζει πίστη η ιδεολογία, πιο φανατικά εχτρεύεται οτι πρωτήτερα πίστευε. Λεβ. 246
Μό το χουλϊέρι δίτ' με τα, μό την gρατούνα παίρ' τα
(1951)
Με το κουτάλι μού το δίνει, με τή χουλιάρα μού το παίρνει. Όταν το καλό πού μάς κάνουν τ' ακριβοπληρώνουνται
Μανάδιφκο τζό 'φτασε, διπκό σερματϊέται
(1951)
Μονό δεν έφτασε, διπλό σέρνεται. Όταν κανείς παθαίνει τη ζημιά διπλή, εκεί που θα την πάθαινε λιγότερη αν πρόσεχε
Κόνεσ' τα δανdάρε σου!
(1951)
Ακόνισε τα δόντια σου. Ειρωνικά, σε κείνους πού ετοιμάζονται μάταια να πάρουν κάτι
Του σπιτού τ' όργον σο ρουσί τζο ουτϊέ, του ρουσού τ' όργο σο σπίτιν τζο ουτϊέ
(1951)
Του σπιτιού η δουλειά στο βουνό δεν ταιριάζει, του βουνού η δουλειά στο σπίτι δεν ταιριάζει. Ερμηνεία: Εκείνο που γίνεται στη μιά περίπτωση, δε μπορεί να γίνει και στην άλλη
Του πιένει τ' όργο, βgάλλει τα σο τσουφάλι
(1951)
Ερμηνεία: Όποια δουλειά πιάσει, τη βγάνει σε κεφάλι (την τελειώνει)
Ν(δ)άμα έφα(γ)αμ' ας τσάι ψωμί
(1951)
Αντάμα φάγαμε άλας και ψωμί “
Ανdί απός γρουγώνεις 'πο παρέξου
(1951)
Σαν αλεπού κρυφοκοιτάζεις απ΄ έξω
Ανdί απός φυφτίζεις
(1951)
Σάν αλεπού συλλογιέσαι.