Αναζήτηση
Αποτελέσματα 161-170 από 707
Ά σεσμένο τανάς, τσίπ τή σουρού τά πράματα χά τά σέσει
(1951)
Ένας χεσμένος ταύρος, όλα τού κοπαδιού τα ζωντανά θά τά χέσει. Ένα κακό παράδειγμα, όλους μπορεί να μάς παρασύρει. - Πόντ. Δ. Π. αρ. 371: Τό σκατόν πα ολίγον έν, άμα γαμαρίζ'
Να μη ιδρώσ' ο κώς σου, έργον τζο πορείς να ιδείς
(1951)
Ερμηνεία: Αν δεν ιδρώσει ο κώλος σου, έργο δε μπορείς να δεις. Έλεγαν και: Να μη φσίξεις τον gω σου..-Πόντ. Α. Π. αρ. 124: “Αν 'κ' ιδρών το κατζί σ', να ζης 'κ' επορείς. -Λεβ. 78
Σαμού πααίν' σ' όργο σου, μη γρέφ' τη χώρα πα είπει
(1951)
Ερμηνεία: Όταν πηγαίνεις στη δουλειά σου, μην κοιτάζεις τον κόσμο τι θα πει
Τ' όργο του φτένει τα ιτσιράς
(1951)
Ερμηνεία: Τη δουλειά του τη βγάνει πέρα
Σ' του βίνεψες θαλέ, πόνεσες το βροσόν' σου;
(1951)
Από τις πέτρες που έριξες, πόνεσες το μπράτσο σου; Ειρωνικά, σε κείνους που χωρίς να κάμουν τίποτα έλεγαν πως κουράστηκαν
Το καό η ημέρα, φαίνεται τε την εβίτσα
(1951)
Η καλή μέρα φαίνεται από την αυγή. Πόντ. Α.Π. αρ. 1578 : Το καλόν ημέρα από πουρνού φαίνεται Πον
Το σον άγ' εν ραβdού στόμας
(1951)
Το δικό σου πάλι είναι λαβή μπαστουνιού
Σαμ' α 'ινώ νύφ' α προστσυνάω
(1951)
Όταν θα γίνω νύφη, θα προσκυνάω
Έβgαλές τα σως το γουργούρι μου
(1951)
Μου τάβγαλες ως τον καταπιώνα μου! Όταν ο άλλος σε στενοχωρούσε κι ήσουν έτοιμος να τον βρίσεις. Δείχνοντας με το χέρι το λαιμό, τόλεγαν κι έτσι: Έβgαλες τα σωζ αδά. Αντί γουργούρι έλεγαν και γαργαράς(=λάρυγγας): έβgαλες ...
Του 'ηρανέσκει ο λύκος, 'ίνεται στσυλλού ο μασχαράς
(1951)
Ο λύκος που γερνάει, γίνεται του σκυλιού μασκαράς. Εναν δυνατό που γέρασε, όλοι τον ξεφτελίζουν