Αναζήτηση
Αποτελέσματα 3751-3760 από 3783
Είναι πετεινόμυαλος
(1889)
Το παιδί που θα στρηνιάζη με το μπάρπα του θα κλάψη
(1894)
Στρεινιάζει = Αυθαδιάζω, αντιλέγω (αρχ. Στρηνιώ)
Το σκύλο κάνεις σύντεκνο, και μια ματσούκα βάστα
(1894)
Σύντεκνος = σύντροφος, κουμπάρος
Σκόρδα, με συμπάθιο
(1894)
Διότι τα σκόρδα κ επί καταρα : σκόρδα στα ματιά του εχθρού
Έσχισε τα ρούχα του
(1894)
Ερμηνεία: Επί διαμαρτυρίας (και αρχαίοι)
Σαν της αρράπισσας τα μαλλιά
(1889)
Ερμηνεία: Επί των πεπλεγμένων υποθέσεων και επί εχόντων τα πράγματα των εν μεγάλη αταξία
Στα δόντια στέκ' η όρεξη
(1889)
Απ' εδ΄δ πάν οι άλλοι
(1889)