Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-20 από 47
Απου πονεί πηαίνει στον γιατρόν
(1956)
Καθένας να φροντίζη να πληροί μόνος τας τυχόν αναγκας του
Τζιαι πόSHιει πολλούς πετεινούς αρκεί να ξημερώση
(1956)
Τζιεί = εκεί, πόSHιει = που έχει
SHύλλον πλύνεις, SHύλλον λούσεις πάλε η SHυλιά εννα του μήνα μείνη
(1956)
Ου ράδιον έστι μεταβαλείν φύσιν πονηράν
Ετζύλησεν το στούππωμαν τζι ευρήκεν το λαβέζιν
(1956)
Όμοιος ομοίω αει πελάζει
Μήτε αρκοντιά κληρονομιά, μήτε τ' οφφίτσιον πάντα
(1956)
Τα πράγματα πάντοτε μεταβάλλονται, ουδέποτε μένουν σταθερά
Άμα εν σε βοηθά ο τζιαιρός, κούνια τον
(1956)
Εφ' όσον τα πράγματα συνεχώς σου έρχονται ανάποδα, τότε δύνασαι να πράξης αντίθετα προς οτι η λογική και το συμφέρον σου προστάττουν. Κούνια = σπρώξε, το α' ενικ. Κάνει κουνιώ
Κουκκούλιν να μεν κάμης, πουκάμισον εν κάμνεις
(1956)
Κουκκούλιν = το βαμνίκιον του μεταξωσκόληκος
Αδκιασερός παπάς θάφκει τζιαι τους ζωντανούς
(1956)
Ερμηνεία: Ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτε να κάμη πάντοτε ευρίσκει κάτι να απασχοληθή και να περάση την ώραν του. Αδκιασερός= άνεργος, χωρίς απασχόλησιν, θάφκει= θάβει, κηδεύει. Σημείωση: Ν. Γ. Κ (υριαζή), Κυπρ. Παροιμ., ...
Ο ανάλατος εσάστην τζι ο αρμυρός επετάχτην
(1956)
Εστάσην=φτειάχτηκε (το γ' ενικόν έχει σχεδόν πάντοτε ν εις το τέλος εξισούμενον με το α΄προσωπο ωρισμένων χρόνων)