Αναζήτηση
Αποτελέσματα 551-560 από 797
Ίδιο πρόσωπο, ίδιο μαντάτο
(1920)
Μιά σκουληκιαρά αίγα χαλά ούλο τό κουράδι
(1920)
Σκουληκιαρά = η έχουσα υπό τό δέρμα της καί εις τινά μέρη τού σώματός της σκώληκας (ους γεννά τό σώμα), Κουράδι = ποίμνιον, κοπάδι
Καθείς τον παύλον του παυλούδαρο τον έχει
(1920)
Πάυλος και παυλούδαρος = επιμήκης άρτος ή λεγόμενη σαϊτα
Κουρέμματάν του απού δεν έχει ανύχια να ξυστή
(1920)
Κουρέμματάν του = αλλοιμονόν του (επί του κουρεύω)