Αναζήτηση
Αποτελέσματα 41-50 από 232
Καρύδι τόνε θέλει να βγιή τέτιο ρίζωμα
Καρύδι (το) = κάρυον, εννοουμένη εις την στερεότητα ενός μέρους του σώματος
Δίκιο κι άδικο απού τον όρκο λείπε
Σημείωση: Λείπω = απουσιάζω
Πιλάτος
(1919)
Οχληρός, βασανιστής
Πατώ πόδα
(1919)
Ερμηνεία: Απαντώ
Αυτός είναι βίδα
(1919)
Ανισόρροπος (Εννοείται οτι του λείπει βίδα, οτι είναι χαλασμένο μυαλό)
Εγίνηκε βουρίδι
Από νερό = παππί
Όντε πλουτείς μη χαίρεσαι
(1919)
Πλουτίζω, πλουτώ = γίνομαι πλούσιος