Αναζήτηση
Αποτελέσματα 181-190 από 707
Τσουρούκε έργατα μη φτέν'
(1951)
Ερμηνεία: Σάπιες δουλειές μην κάνεις
Σ τα μαχτσούμε τσαί ς' το δομμένο μαθαίν' dο ληθώτικο
(1951)
Από τα παιδιά κι από τον τρελό μαθαίνεις την αλήθεια
Συ, μο τ' ατέ τ' αχίλλι του ες, α νάρτει αν dαρός, θάλε τζ' α νάβρεις να δώσ' το τσουφάλι σου
(1951)
Συ μ' αυτό το μυαλό που έχεις, θε νάρθει ένας καιρός, πέτρα δε θάβρεις να χτυπήσεις το κεφάλι σου
Ο κορνουκσούζης ποίτσε α υιός 'α νdα 'γαπήσει dέϊ έβgαλεν dα 'ρτσίδε του
(1951)
Κορνουκσούζης = ταμαχιάρης, λαίμαργος
Συ παρμύρτσες τα, γώ κρέμασα τα σό τσουφάλ' τσου
(1951)
Συ το αδιαφόρησες, εγώ το κρέμασα στο κεφάλι σου
Ήμουν bεκάρης, ήμουν χονκάρης, σεμαδεύτα, ενόμουν βεζίρης παρεδόθα, ενόμουν ρεζίλης
(1951)
Ερμηνεία: Ήμουν ανύπαντρος, ήμουν χονκέρης, αρραβωνιάστηκα, έγινα βεζίρης, παντρεύτηκα, ρεζιλεύτηκα. Μουλά – χονκέρης ήταν μεγάλο θρησκευτικό αξίωμα. Αυτός έμενε στην Προύσα κι είχε το προνόμιο να δίνει στο Σουλτάνο το ...
Αλεκονdέ τσάρι ποίτσες τα α μέγον gαμήλι
(1951)
Μια τόσο μικρή τρίχα την έκαμες μεγάλη καμήλα. Σε κείνους που μεγαλοποιούσαν τα πράγματα ή τάβλεπαν φουσκωμένα. Το καμήλι εδώ μπορεί να μπήκε από το Ευαγγέλιο, με την έννοια του σκοινιού: κάμηλον δια τρυπήματος ραφίδος, ...
Σ' αν bελέτσι αν 'άβι
(1951)
Σ' ένα τσεκούρι μια λαβή
Πασχά εν' d' αμbέλι, πασχά εν' ο παχτσάς
(1951)
Πάσχα = αλλού
Απός σαμού πεινα, προστσυνα
(1951)
Η αλεπου όταν πεινα, προσκυναει