Αναζήτηση
Αποτελέσματα 581-590 από 743
Η ΄ναίκα ένι ΄ς το δϊέβο τσ άβ μέ(γο) δϊέβος !
(1951)
Η γυναίκα είναι από το διάβολο πιο μεγάλος διάβολος ! Αυτό, λέει, το είπε ο Άγι- Αντώνης, όταν είδε πως μία γυναίκα έβαλε το διάβολο μέσα στη στάμνα. Δες τον αριθ. 184
Άσπρο στσυλλί, μαύρο στσυλλί, τσιπ ενι α στσυλλί
(1951)
Ερμηνεία : Άσπρο σκυλί, μαύρο σκυλί, όλα είναι ένα σκυλί
Ο Θεός σαμού 'υρεύει το πέτεγο, φτένει τα καρφί
(1951)
Ο Θεός ως την αυγή, τα πέταλα τα κάνει καρφιά και τα καρφιά πέταλα
Ο χωρίοζ εν σο κάχιν 'bάνου, κάτσε vdα 'ρτϊέσουμ' τζαι 'στέρου άμε
(1951)
Το χωριό είναι στην πλαγιά πάνου, κάτσε να το φέρουμε στα ίσια κι ύστερα φεύγεις
Α νομάτ' του τζο τρώ' το μάλιν dου, α βραθεί κανείς νdα φα'
(1951)
Του ανθρώπου που δεν τρώει το βιός του, θα βρεθεί κάποιος άλλος να του το φάει
Ζ΄ ναίκας σό ράμμα μη κρεμϊέσαι· α σε πνίξει
(1951)
Στης γυναίκας το σκοινί μην κρεμιέσαι͘ θα σε πνίξει. Να μη πιστεύεις ούτε να δένεσαι με γυναίκα. Είχαν, λέει, οι γυναίκεςπου έβγαιναν στο βουνό για ξύλα ή για χόρτα, μιά τριχιά μαζί τους πάντα. Αυτό ήτανε το ράμμα. Πόντ. ...
Είπεν d' ο Μάρτης: 'γω το σόνι 'α νdα βgάω σου καμηλού το βράδι. Είπεν dι τσ' ο Απρίλ': 'γω πάλι 'α νdα λύσω σου τεγανού τ' άβι
(1951)
Ερμηνεία: Είπε ο Μάρτης: εγώ το χιόνι θα το βγάλω ως της καμήλας την ουρά. Είπε κι ο Απρίλης: εγώ πάλι θα το λιώσω στου τηγανιού το χερούλι, δηλαδή όσα χιόνια κι αν πέσουν το Μάρτη, ο Απρίλης, που φέρνει την άνοιξη, τα λιώνει
Τα παράδε μέτρα τα σιφτάχι τσαί 'στέρου έμbασ τα σον gεσέ σου
(1951)
Τα λεφτά μέτρα τα πρώτα κι ύστερα μπάσε τα στη σακκούλα σου
Γλείφει τα τάττε του ανdί 'ρκούδι, να βgεί σην άνοιξη
(1951)
Γλείφει τις πατούσες του σαν αρκούδα, για να βγεί στην άνοιξη
Άν κάμη ΄ναίκα, σωστού να ράψει α ίταίρι τσαί α ιμάτι, ο Πάσκαζ ά να ΄ρτει τσαί α δεβεί
(1951)
Μιά κα΄κη γυναίκα, ώσπου να ράψει ένα σώβρακο κι ένα πουκάμισο, η Λαμπρή θε νάρθει και θα περάσει. Τόλεγαν και έτσι : Άν bασαρμάζ ΄υναίκα, σου να ράψει το ιταίρι τσαί το ιμάτι, εγώ Πάσκας μbαίνει τσαί βgαίνει. Λεβ. 7