Αναζήτηση
Αποτελέσματα 41-50 από 707
Κατζεύω τα 'γω, κούγω τα 'γω
(1951)
Τού χα ειπείς κατένκες τα του χα 'κουσ' τζο κατένκες τα;
(1951)
Αυτό που θα πείς το ήξερες, αυτό που θ' ακούσεις δεν το ήξερες;
Λές τα συ,΄κούς τα συ
(1951)
Εσύ τα λές, εσύ τ' ακούς
Ξεπέλ' σε 'Εζ Γιώργης τ' αβγό του σο τσαΐρι. Ξαπόλυσε ο Άι -Γιώργης τ' άλογο του στο λιβάδι
(1951)
Από τ' Άι -Γιρωργιού, 23 Απριλίου, οι Φαρασιώτες ξαπολούσαν στα λιβάδια τ' άλογα και τ' άλλα τους χοντρά ζώα για βοσκή. Από τότε κολακαίρευε
Κατέβης 'ς τ' άβγο, γαλίτσεψες σο γαϊρίδι, κατέβης 'ς το γαϊρίδι, τσοκτϊέσες σόν τζοράχο
(1951)
Κατέβηκες από τ' άλογο, καβαλίκεψες στο γαϊδουρι, κατέβηκες απ' το γαϊδουρι βούλιαξες στη λάσπη. Όταν αρχίζεις να ξεπέφτεις, δεν ξέρεις που θα καταντήσεις στο τέλος
Είσ' άν(d)ι Ακρούτ' , 'ς το κατζί τζο παίρεις
(1951)
Είσαι σαν Ακρούτης ' από λόγια δεν παίρνεις
Να 'λλ' ένα, είπεν dι η θεία μου η Γουζάβη
(1951)
Να άλλος ένας, είπεν η θειά μου η Γουζάβη. Τόλεγαν στ' αστεία, όταν παρουσιαζόταν ένας σε μιά παρέα ή όταν πετιόταν κάποιος κι έλεγε μιά κουταμάρα. Η φράση έμεινε, λέει, από κάποια Γουζάβη, γυναίκα του Γουζού, πού όλο ...
Αρ να 'υρεύ' να γαλτζέπ' αβγό, να γαλτζέπ' ά ζόρι άβγο, του 'ά φα την dαή να νάνι χαλάλι
(1951)
Αν τύχει και θέλεις να καβαλικέψεις άλογο, να καβαλικέψεις ένα καλό άλογο. Την ταή που θα φάει να την αξίζει
Εν gαό τυρί, άμα εν' σου στσυλλού το Δερμα πατεμένο
(1951)
Είναι καλό τυρί, αλλά είναι βαλμένο μέσα σε σκυλίσιο δέρμα
Ο αδερφός μου είναι αδερφός μου ας τον χαρεί η γυναίκα του
(1951)
Το λέγαν οι ανύπαντρες αδερφάδες όταν ο αδερφός τους παντρευόταν και πια δεν τις κοίταζε.