Αναζήτηση
Αποτελέσματα 171-180 από 195
Το πρόσωπο τ' αθρώπου 'ν' έναν αgυνόστομο (και η ρέστη κορμαλιά οι χοίροι κι' οι σκύλοι ας τη φάσι
(1963)
Αgυνόστομο = το άνοιγμα μεταξύ του αντίχειρος και του δείκτου του χεριού, φάσι = φάνε, φάγουν. Δεν έχει δηλαδή το υπόλοιπο σώμα αξία...
Το κάθατί είναι 'εννησιμιό, κολλησιμιό δεν είναι
(1963)
Λέγεται και μόνο το πρώτο μέρος. Δηλαδή, τα ελαττώματα και τα προτερήματα τα έχει ο άνθρωπος εκ γενετής: Π.χ. -Φταί gι' οι συναναστραφόες, μα πιο καλά πως εί' gαι 'εννησιμιό dου του κάθανούς το τίοτα. -Η παροιμία ξέρεις είdα λέει: Το καθατί είναι...
'εννησιμιό=εκ γενετής, Κολλησιμιό=μεταδοτικό, Κολά=μάλλον, Τίοτα=το καθετί...
'εννησιμιό=εκ γενετής, Κολλησιμιό=μεταδοτικό, Κολά=μάλλον, Τίοτα=το καθετί...
Α δεν αστάψη δε βροdα, κι α δε βροdα, δε βρέχει, κι α δεν αρχέψη η βροχή ο ποταμός δε dρέχει
(1963)
Δηλαδή, κάθε πράγμα έχει την αιτία του, το προηγουμενό του...
Η καλή gαρδία με θρέφει κι' η κακιά με ξελοθρεύγει (ή ξελοθρέφει ή καταστρέφει)
(1963)
Δηλαδή ο καλόκαρδος άνθρωπος διατηρείται ακμαίος...
Λέγεται και για στενοχωρημένο άνθρωπο, που δεν τον καταβάλλει η στενοχώρια, και για στενοχωρημένο, που τον έχει καταβάλει. Στις δυο τελευταίες περιπτώσεις λέγεται ειρωνικά...
Λέγεται και για στενοχωρημένο άνθρωπο, που δεν τον καταβάλλει η στενοχώρια, και για στενοχωρημένο, που τον έχει καταβάλει. Στις δυο τελευταίες περιπτώσεις λέγεται ειρωνικά...
Ο κόσμος τόχει dούμπανο κι' εσύ κρυφό gαμάρι
(1963)
Λέγεται όταν συζητή ο κόσμος εις βάρος μας γιά κάτι και δεν το αντιλαμβανόμεθα, παρά το νομίζομε μυστικό μας, και γενικώς γιά ό,τι προσπαθούμε να κρύψωμε, ενώ έχει διαδοθή. Εσύ = λέγεται σε όλα τα πρόσωπα π.χ. κι΄εώ... κι' εμείς...
Ο λωλός έρχεται και στα σέστα dου, μα ο ζαβός δεν έρχεται
(1963)
Σέστα dου = λογικά του...
Ερμηνεία: Δηλαδή είναι μόνιμη κατάσταση η κουταμάρα, ενώ η τρέλλα έχει και διαλείμματα και συνεπώς είναι προτιμότερη...
Ερμηνεία: Δηλαδή είναι μόνιμη κατάσταση η κουταμάρα, ενώ η τρέλλα έχει και διαλείμματα και συνεπώς είναι προτιμότερη...
Κάμω δε gαμω, λέσι μου, μη gάμω ω κι' ας λέσι (ή πούσι)
(1963)
Είναι στίχοι από δίστιχα...
Λέγονται συμβουλετικώς σε κάποιο, που αδιαφορεί για την κοινή γνώμη ή που δυσανασχετεί, επειδή αδίκως έχει δυσφημισθή...
Δηλαδή πρέπει ο άνθρωπος α φροντίζη να είναι εν τάξει με τη συνειδησή του...
Λέσι = Λέγουν...
Πούσι = Είπαν...
Λέγονται συμβουλετικώς σε κάποιο, που αδιαφορεί για την κοινή γνώμη ή που δυσανασχετεί, επειδή αδίκως έχει δυσφημισθή...
Δηλαδή πρέπει ο άνθρωπος α φροντίζη να είναι εν τάξει με τη συνειδησή του...
Λέσι = Λέγουν...
Πούσι = Είπαν...
Ότι να παdρευτή κανείς δε bρέπει να γλεdίζη, μόνου σακκί στο νώμο dου και να πορτοϋρίζη, ναχη σακκί στο νώμο dου φαιά νανεμαζώνη, που θα ταΐζη τα παιδιά, 'ια να τα μεγαλώνη
(1963)
Δηλαδή ο γάμος έχει βάρη...
Γλεdίζη = διασκεδάζη, πορτοϋρίζη = να γυρίζει τις πόρτες, τα σπίτια, να ζητά βοήθεια...
Γλεdίζη = διασκεδάζη, πορτοϋρίζη = να γυρίζει τις πόρτες, τα σπίτια, να ζητά βοήθεια...
Λέει – Βρε, πο' 'πέθανεν η μάνα σ' α' τη bείνα! Λέει – Βρε, και μα είχε gαι δεν ήτρωε;
(1963)
Λέγεται, όταν μέμφονται κάποιον για κάτι, που δεν έχει την δυνατότητα να το κάμη...
Θέλω τη ναναι κι όμορφη, θέλω τη νάχη κιόλα, και να gι από ψηλή 'ενιά κι από μεγάλη πόρτα
(1963)
Δηλαδή για άνθρωπο, που έχει πολλές αξιώσεις και γι αυτό δυσκολεύεται να παντρευτή...
Λέγεται με κάποια δυσφορία, ειρωνεία...
'Ενιά = γενιά, οικογένεια...
Λέγεται με κάποια δυσφορία, ειρωνεία...
'Ενιά = γενιά, οικογένεια...