Αναζήτηση
Αποτελέσματα 231-240 από 326
(Συνέβαλε ο ένας, συνέβαλε ο άλλος) έκαμαν τον όρη τζαι νουνά μετά μου
(1930)
Συνεβάλλω = προτρέπω, εξωθώ, εξεριθίζω
Όψιμον παιδίν αρφανόν
Ερμηνεία: Επί των γενομένων βραδέως και αργά, εις τα οποία συμβαίνει ως εις το παιδί, το οποίον γεννάται αργά ήτοι εις τα τέλη των γονέων του, εις το γήρας των και το οποίον είναι σχεδόν ορφανόν, διότι οι γονείς του ως ...
Από πελλόν τζ' από μιτσην να μάθης την αλήθκειαν
(1920)
Μιτσήν= μικρόν
Απού κρατώ τζαι ξαπολά, κράζουν τομ πελλόν
Ερμηνεία: Μακάριοι οι κρατούντες, επί εκείνων οι οποίοι δεν θέλουν ν' αφήσουν κάτι, το οποίον κατέχουν, επί υποσχέσει εν μέροις άλλων οτι θα τους δώσουν ανταλλαγμα εις το μέλλον
Του χωργκού φασιάμ μέφ δώσης του χωργκού φασιάμ μέφ φάης
(1930)
Λέγεται επί των πληττομένων υπό ολοκλήρου καινότητος, διά τα κακά, τα οποία πρωξένησαν εις την κοινότητα ούτα
Είδα τζ΄ έμεινα ξερός τζαί ξιστικός
(1930)
Σημείωση: Ξιστικός (ο) = εκστατικός, ο ευρισκόμενος εν εκστάσει, έκθαμβος
Τα βούδκια άμα τζημωθούν, εγ' κάμνουν χαϊριν
(1930)
Μη φιμώσης βούν αλοώντα. Σημείωση : Τζημώνω = κημώ, φιμώ, θέτω κημόν εις στο στόμα του ζώου δια να μη τρώγη
Το νύσιν που το κριάς εχ χωρίζει
(1920)
Ερμηνεία: Επι δυσαρεσκείας συγγενών, όταν αυτή εκλείψη και επέλθη συμφιλίωση