Αναζήτηση
Αποτελέσματα 221-230 από 326
Εκδιάλεξετ (τ) εποδκιάλεξετ (τ)αι πάλε έπκιασεν το σειρόττερον
(1930)
Ποδκιαλέω = εκλέγω εκ των υπολειμμάτων μετά προηγουμένων εκλογήν, επανεκλέγω
Το σημερινόν αυκόν αγρίζει την αυρινήν όρνιθαν
(1920)
Σημείωση: Αγρίζω ή αχρίζω = αξίζω
Απούν αππέξω του χορού ξέρει πολλά τραούδκια
(1930)
Ερμηνεία: Επί των πειρωμένων τα επικρίνουν τα υπ' άλλων πεπραγμένα
Κάθε δουλλειά έστι τήρ ρέουλάν της
(1930)
Ρέουλα (η) = τρόπος, μέθοδος, κανονικός τρόπος, κανονισμός, κανών
Κάτσε γάρε ψόφα, όσον νά΄βκη το νιόν χόριον
(1920)
Ερμηνεία: Όταν τις υπόσχεται να κάμη εις τινά χάριν μετά τόσου του χρόνου, ώστε να μην είναι δυνατόν εις τον μέλλοντα να λάβει την χάριν ν΄αναμείνη
Έσβησεν την νισκιάν μου
(1920)
Ερμηνεία: Φράσης επί σοβαράς βλάνης ή ζημίας, την οποία υπέστη τις εξ άλλου, έχθρου, σημαίνουσα με κατέστρεψε
Ή πράσσε ή μετάπρασσε ή 'που τον τόποφ φύε
Ερμηνεία: Επί των μη εχόντων εργασίαν
Απού 'σει πούζαν τζαί παι(δ)ίν στογ γάμον τί γυρεύκει;
(1920)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων αείποτε ασχολίας
Για πράσσε για μετάπρασσε για που τογ κόσμολ λείπε
(1930)
Λέγεται επί των μη εχόντων εμπορικάς επιχειρήσεις