Αναζήτηση
Αποτελέσματα 811-820 από 955
Σ' έναν τσανάκιν τρώγουν καί 'ς έναν σέζουν
(1874)
Εντός τής αυτής λοπάδος γεύονται καί εν τή αυτή χέζουσιν. Ερμηνεία: Επί τών συνδεδεμένων επί κακώ
Ο λύκον εσήβεν 'ς σά πρόγατα, (ν)αϊλί π' είσεν τό έναν
(1874)
Ο λύκος ενέπεσεν εις τά πρόβατα αίλινα τώ έχοντι τό έν. Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη επί πυρκαϊάς επί νόσου επιδημιακή καί εν γένει επόί κινδύνου επικειμένου, ότι μάλιστα φοβούνται οι μέν μή πάν ευπορούντες περί τής απωλείας ...
Άμον άναλον χαλβά εγέλασες
(1874)
Ως άναλ τον μελίπηκον εγέλασες
Την ημέραν μιαν φά κι άμον εμέν δούλον ας έγης
(1874)
Άπαξ της ημέρας γευόμενος ες εμέ, δούλον έχε
Όντα έρθεν τ ωβγόν ΄ς ση κοσάρας τογ κώλον
(1874)
Όταν το ωόν προήχθη εις τον της όρνιθος πρωκτόν
Όποιος εν έξω τη χορή πολλά τραγούδια ξέρει
(1874)
Ο έξω του χορού ων πολλάς ωδάς επίσταται
Όποιος θέλει να φιλή ρωτά “το μαγουλό σ' που ένι;”
(1874)
Ο μη βουλόμενος αποποιουμένων την εκτέλεσιν τίνος επί ψευδέσι προφάσεσι
Το πολλά το γέλος φέρ και ολίγον κλαίειν
(1874)
Ο πολές γέλως επάγεται και ολίγον κλαύμα
Η γραία, ας τ' εγαμέθεν, εσπάλιξεν τημ πόρταν
(1874)
Ερμηνεία: Η γραία γαμηθείσα, απέκλεισε την θύραν. Επί των μετά το πάθημα φρονίμεν γενομένων. Σημείωση: Παράβαλε ταύτη τον Αισώπειον μύθον τον περί της αηδόνος, ήτις ημέρας συλληφθείσα άδουσα ύστερον νυκτός ήδεν πρότερον δέον
Η γούλασ κ' η προίκα σ
(1874)
Μόνον τροφής και προικός μέλλοι σοι