Αναζήτηση
Αποτελέσματα 141-150 από 955
Όποιος καυκάται να πάγη 'ς σομύδια σέσκεται έως τ' οφρύδια
(1874)
Ο καυχώμενος απελθείν μις (οστρακοδέρματα) αγρεύσην χέζεται μέχρις οφρώων
Η τσούνα αν κι σείζει τ' ουράδιν άτς, ο σκύλον κι σιμώνει άτην
(1874)
Εάν μη η κύων σείη την ουράν αυτής ο κύων ου προσερχεται αυτή
Εμέν μάννα κ' εγέννησεν, εμέν κύρης κ' εποίκεν εμέν κορώνα ξέρασεν απάν ΄ς το μεσοστράτιν έσειξεν το φτερόλιν άτη κ εμέν εκαταρέθεν να μη χαρής να μη χαρής να μη καλόν ελέπης.Εμέ μήτηρ ούκ έτεκεν, εμέ πατήρ ούκ εγέννωσεν εμέ κορώνη εξήμεσεν από μέσης της οδού. Έσεισαι την αυτής πτέρυγα και κατηρασατό μου “Μη χαίροις, μη χαίροις, μη αγαθόν ιδής”
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αεί δυστυχούντων
Χαλκά κενώνει
(1874)
Χύτρας (λέβητας) εκκενοί
Γαρασαρώτικον κατσίν
(1874)
Νικοπολίτα μέτωπον
Λαλάσ' λαλάσ', έναν κομμάτιν λαβάσ'
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Λα κνηκάτον κ' εν
(1874)
Είθε μη κνηκόν (δηλαδή εξίτηλον) είη
Τηγ κανόνες σ σύρεις
(1874)
Την προσήκουσαν σοι ποινήν υφίστασαι
Γαρασαρώτικον μέτωπον
(1874)
Αττικόν βλέπεις