Αναζήτηση
Αποτελέσματα 701-708 από 708
Το κορίτσι λέν dα ενgαό καό, άμα το γαιρίδι σον gώ τζο μbορεί νdα τσενdήσει, που καυτσέται τσαί κάθεται
(1951)
Άπραγος άνθρωπος. Τη φράση την έλεγαν πιο πολύ πειραχτικά για τις υποψήφιες νύφες, που τάχα ήταν καλές, ενώ δεν άξιζαν
Το 'ίδι, αρ να μη ολατίνκε σα τσαλούδε, 'ίδι πάλι τζο λένκαν dα
(1951)
Το γίδι, αν ήταν να μη σκαρφαλώνει στα χαμόκλαδα, δε θα το λέγαν γίδι
Το γλυτσύ η γουώσσα βgάλλει το φίδι 'ς το τρυπί
(1951)
Η γλυκειά γλώσσα βγάζει το φίδι από την τρύπα
Λέ τι δανdάρε τζό 'χω, χωρίζει μό τα ξεράδε τσαί τρώ' τα
(1951)
Λέει, δόντια δεν έχω, χωρίζει όμως τα ξερά και τα τρώει. Για κείνους που καμώνονται τον ανήμπορο, καταφέρνουν όμως μιά χαρά αυτό πού θέλουν. Πόντ. Δ.Π. 85: Δόντα 'κ' έχ' άμα κερέτζα μασά
Αντϊές το στσυλλί, έπαρ' το ραβdί σα σερε σου
(1951)
Θυμήθηκες το σκυλί, πάρε το ραβδί στα χέρια σου
Ο Θϊός 'αρ να κρούν'κε 'τι σου στσυλλού το κατζί, κάτα μερά χα χάσει α σπίτι
(1951)
Ο Θεός αν ήταν ν' ακούσει του σκύλου το λόγο, κάθε μέρα θα κατάστρεφε ένα σπίτι
Τάνιν τζό σό σπίτι του να πει, πααίνει μό τό κούρκι να σέσει
(1951)
Ξινόγαλο δεν έχει στο σπίτι του να πιει, πάει με τη γούνα να χέσει. Ενώ είναι θεόφτωχος, καμώνεται τον άρχοντα. Κούρκι ήταν η γούνα που φορούσαν οι αγάδες κι οι μπέηδες. Λεβ. 165
Κόμ' ο δϊέβος μακρυναίνει το ράμμαν dου, σωστού νdα φέρει σην όχτην bάνου. Σαμ α νdα φέρει σην όχτην bάνου, α κόψει το ράμμα 'πό μακρά, α πέσει ση λίμbλη
(1951)
Και ο διάβολος μακραίνει το σκοινί του, ώσπου να το φέρει στην όχτη απάνου. Όταν το φέρει στην όχτη απάνου, θα κόψει το σκοινί από μακριά, (και ο άνθρωπος) θα πέσει στη λίμνη