Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 145
Τρίζει το δόντι
(1920)
Θα σου βάλω δόντι
(1920)
Έχει δόντι
(1920)
Ερμηνεία: Έχει δύναμη χρηματική και σωματική
Άνθρωπος με δόντι
(1920)
Άνθρωπος ικανός
Έχει δόντι
(1920)
Κάτι τον πονάει το δόντι
(1920)
Επί αδυναμίας
Του έδωκε ένα δόντι
(1920)
Του πονάει το δόντι
(1920)
Έχει ανάγκην τινός, όπερ το υστερείται
Έχει δόντι
(1920)
Η δόντια
πονάει το δόντι
(1920)
Λέγεται επί ερωμένης