Αναζήτηση
Αποτελέσματα 151-158 από 158
Σεμπρον έχεις, θεόν έχεις
(1894)
Το παιδί που θα στρηνιάζη με το μπάρπα του θα κλάψη
(1894)
Στρεινιάζει = Αυθαδιάζω, αντιλέγω (αρχ. Στρηνιώ)
Το σκύλο κάνεις σύντεκνο, και μια ματσούκα βάστα
(1894)
Σύντεκνος = σύντροφος, κουμπάρος
Σκόρδα, με συμπάθιο
(1894)
Διότι τα σκόρδα κ επί καταρα : σκόρδα στα ματιά του εχθρού
Έσχισε τα ρούχα του
(1894)
Ερμηνεία: Επί διαμαρτυρίας (και αρχαίοι)
Καλύβι καλυβάκι μου και πορδοκαλυβάκι μου
(1894)
Ερμηνεία: Επί των προτιμώντων τα εαυτώ
Είναι μια Ρουμάνα!
(1894)
Κυριολεκτικώς υψηλή και εργατική, αλλά και υβριστικώς λέγεται