Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 107
Πονεί τα δόντια του
(1876)
Έχει αδυναμίαν, κλίσιν, έρωτα
Του 'δειξε τα δόντια του
(1892)
Τον εξεφόβισε
Είναι ογλήγωροι στά δόντια
(1892)
Ερμηνεία: Επί των οκνηρών, είναι δηλ. ταχύς μόνον όταν τρώγη
Τά δόντια δέ' μαλιάζουνε
(1876)
Εξεκούνησαν τ' αντόδια του
(1892)
Ερμηνεία: Εις δήλωσιν φλαργυρίας
Του δειξεν τα δόντια του
(1876)
Τά δόντια βοηθούν τή χώνεψι
(1876)