Browsing by Lemma "πηδώ"
Now showing items 1-20 of 138
-
Απ' αππηά παλλούκια πολλά, μπαίννει και κάναν στον κώλον του
(1924)Παρεμφερής την ανωτέρα εν λήμμα λάκκος παροιμία -
Απ' αππηά πολλά παλλούτζια, μπαίνει τζαι κανένα στογ κώλον του
(1940)Οι τολμηροί κάποτε αποτυγχάνουσι και σοβαρώς ζημιούνται -
Από κεια, που δε πηδήξ' η γι – αίγα, πηδά και το ριφάκι
(1940)Δηλαδή ό,τι κάνει η μάννα, θα κάμη κι η κόρη -
Απού θέλει να πηδήση, πρέπει ομπρός να συντηρήξη
(1920)Συντηρήξη = συντηρώ = βλέπω, κυττάζω, παρατηρώ -
Απού κει που πηδά η κατσίκα πηδά κη του κατσικάκιν
(1941)Οι μικροί ακολουθούν το παράδειγμα των μεγαλυτέρων και εις τους λόγους και εις τας πράξεις -
Αυτού σε θέλω κάβουρα, να πηδάς στα κάρβουνα
(1936)Όταν έβλεπαν κανένα να κάμνη ένα δύσκολο έργο εις το οποίον δεν ήταν συνηθισμένος -
Δαμαί σε θελω κάουρα, για να πηδάς τα κάρβουνα
(1951)Λέγεται για κάποιον που κάνει το παλληκάρι για μηδαμινά πράγματα -
Έχω σου χάριν, κάβουρα, να μου πηδάς στα κάρβουνα, μα στον ποταμό τρέχω κ' εγώ
(1883)Ερμηνεία; Εννοεί ότι η αξία εις τον άνθρωπον είναι να γνωρίζη να διευθύνη και εξοικονομεί τας ανωμάλους περιστάσεις, διότι εν καιρώ ομαλών και ησυχίας οι πάντες δύνανται