• Του πήρι ξίψουμα 

    Κοντοπάνος, Α. (1915)
    Ερμηνεία: Επί καταχρήσεως εκ των αναλαμβανόντων ολικώς εργασίαν τινά (κουτ'ρού ξη ξικουπή ή ξίφουμα, το αντίθετον: με ψωμί, ήτοι ημερομίσθιον και τροφήν) και εργαζομένων υπερβολικώς ένα επιτύχωσι μέγα ημερομίσθιον