Πλοήγηση ανά Λήμμα "νεύω"
Αποτελέσματα 1-3 από 3
-
Όποιος της νέψει νέβκεται, τζ όποιος τηδ δη κλουθά τον, τζ όποιος τημ πλανά πλανιέται
(1940)Δια τον ευκολόπιστον και ευεξαπάτητον της κορασίδος -
Όπου του νέψουν, νεύγκεται
(1930)Ερμηνεία: Επί αστάτων, οι οποίοι συμφωνούν με όλας τας γνώμας κατά τας περιστάσεως