Πλοήγηση ανά Λήμμα "μάλι"
Αποτελέσματα 1-17 από 17
-
Α νομάτ' του τζο τρώ' το μάλιν dου, α βραθεί κανείς νdα φα'
(1951)Του ανθρώπου που δεν τρώει το βιός του, θα βρεθεί κάποιος άλλος να του το φάει -
Έχει επά μάλι, που δε dόχου gι άλλοι
(1963)Λέγεται σαν εκδήλωση θαυμασμού ή δυσφορίας για μεγάλη ποσότητα -
Καλύτερα στο μάλι μου, πάρα στο τσεφάλι μου
(1956)Προτιμώ να πέση το κακόν εις τον πλούτον μου, παρά εις ητν κεφαλήν μου -
Ο προκομμένος είντα θέλει το μάλινς Τζ' ο απρόκοπος είντα το θέλει;
(1940)Ο πρώτος δύναται να αποκτήση, ο δεύτερος και έχων το χάνει