Πλοήγηση ανά Λήμμα "θυμώνω"
Αποτελέσματα 1-20 από 69
-
Εθύμωσες; Πιε ξίδι
(1876) -
Ηθυμώθηκιν η λαώς, αμ΄ ηπήριν κη του βουνόν χαπάριν;
(1941)Λέγεται διά ζητήματα μη επηρεάζοντα άλλον πλην του αμέσως ενδιαφερομένου. Ο ισχυρός αδιαφορεί διά τον θυμόν του αδυνάτω -
Ηθυμώθην η λαγός αμ έχει και το βουνίν χαπάριν;
Ερμηνεία : Επί ασήμων οργιζομένων προς τους κρείττοντας