Πλοήγηση ανά Λήμμα "ζεστός"
Αποτελέσματα 1-16 από 16
-
Αυτός είνι ζεστός
(1925) -
Ζεστή κι πιταχτή κι καρπό απού κώλου τρώει κι πάει στη δλειά τ'
(1925)Μια βουλά ένας είχε ένα συνοικέσιον μη μήνια. Κίν'σι κι πήι στν αρριβουνιαστκιά τ' νια μέρα κι τν εύρι μοναχή τς. Νι ρώτσι, πού είν' ου πατέρας τσ. Είχαμι νια στράτα σ' ένα χουράφ', πάει να νι φράξ' να τ' φκειάσ' δύου (δηλ. ... -
Ζεστό φαΐ, γλήγορη δουλειά!
(1910) -
Μια ζεστή και μια κρύα
(1909) -
Μια ζεστή και μιά κρύα
(1943) -
Σ σό ζεστόν το νερόν απάν' ζεστόν βάλλ'
(1931)Μέσα 'ς το ζεστό νερό βάζει ζεστό. Χαλδ. Επί του υποθάλποντος έριδας. Παραλλαγή: “- ξύν'” (χύνει)