Πλοήγηση ανά Λήμμα "γγαστρώνω"
Αποτελέσματα 1-20 από 36
-
Άμαν αγαπά ο Θεός τον άdρα, του πέbει gαστρωμένη 'υναίκα
(1963)Λέγεται, ειρωνικά σε μικροεύνοια της τύχης. Κατά κυριολεξία είναι καθαρώς ειρωνική -
Αγκαστρώθεν τον και να τον γεννήση κ' επόρεσεν
(1929)Τον γκαστρώθηκε και να τον γεννήση δε μπόρεσε -
Απ' ατόν κορώνα κι γαστρούται
Ερμηνεία: Επί του άγαν ψειδωλού και γλίσχρου, παρ' ου ουδέν όφελος δύναται τις προσδοκάν -
Ας άτον κορώνα κι γαστρούται
(1929) -
Αυτός γκαστρών' τουν άλλουν φεύγοντα
(1927)Εξαντλεί δια της συμπεριφοράς του τελείως την υπομονήν του άλλου και ως εκ τούτου τον εξοργίζει -
Γάστρωσε σαν ο Άμπντος στο χανόπλο
(1953)Κάθεται και δεν εννοεί να φύγη, όπως κάποιος Τούρκος χωροφύλαξ είχε καθήσει πολλά χρόνια στο χανόπλο. Αστυν. σταθμός πέραν του Βουργοποτάμου -
Γάστρωσε σαν ο Άμπντος στο χανόπλο
(1929)Κάθεται και δεν εννοεί να φύγη, όπως κάποιος Τούρκος χωροφύλαξ είχε καθήσει πολλά χρόνια στο χανόπλο. Αστυν. σταθμός πέραν του Βουργοποτάμου -
Κάν' του μ bαπά αγγαστρουμένουν
(1915)Επί μεγάλου ψευδολόγου, ή και γενικώς (με υποκείμενον: ο κόσμος) προς έντονον διάψευσιν -
Μη μου το κάνεις σήμερα γιατί 'μαι γκαστρωμένη, μην αποβάλω το παιδί, και πάω κολασμένη
(1919)Πιθανώς ενταύθα εγένετο μετάστασις εκ δημοτικού άσμαντος