Πλοήγηση ανά Λήμμα "βάτος"
Αποτελέσματα 1-18 από 18
-
Άμα σε ντέση ο βάτος, αν δεν σ' αρπάξη κρέας, θα σ' αρπάξη ρούχο
(1918)Ερμηνεία: Όταν περεπλακής μετ' ανθρώπου στρεψοδίκων εις υπόθεσιν σκολιάν, θα ευρεθής ζημιωμένος, αν μη πολύ, τουλάχιστον ολίγον -
Βατσούνιο να σύρης εις το σπίτι του δεν κολλά
(1880)Ερμηνεία: Εμπαικτικής επί σταχών, οίτινες ουδένέχουσιν ύφασμα εν τωοίκω των, ώστε να κολλήση η βάτος αλλά τας 4 τοίχους ξηρούς -
Εμπερδεύτηκα 'ς το(ν βάτο(ν, μή(τ)ε 'πάνω μή(τ)ε κάτω
(1896)Επί των περιπλεχθέντων εις δικαστήρια -
Κουλλάει σαν του βάτου
(1932)Για κάποιον που έρχεται στο σπίτι επισκέπτης και δε σηκώνιτε να φύ(η) κανιά βουλά -
Όποιος πιαστή στο βάτο, ή ρούχο ή πετσί, κάτι θ' αφήση
(1952)Όταν μπλέξης σε μια παλιοδουλειά, δε μπορείς να φύγης αζήμιωτος -
Όταν δης πλάτανο και βάτο, τρέχει το νερό από κάτω
(1963)Συμβουλή δια τους ασχολουμένους με την εξεύρεσιν ύδατος