Πλοήγηση ανά Λήμμα "άγριος"
Αποτελέσματα 1-17 από 17
-
Άγρια πουλιά κυνήγαέτα!
(1876) -
Άγρια πουλιά στα δάση
(1876) -
Άρκος πεύκος, κουννίν ανάποδον. Γλύτζενος πεύκος κουννίγ γερόν
(1940)Ο γλύτζενος πεύκος είναι από τα ευγενέστερα είδη παρέχων δυνατόν και καλής ποιότητος ξύλον. Όπως από γονείς αγαθούς και ηθικούς αποδίδονται τέκνα χρηστά ούτω και από ανώτερον είδος πεύκου θα έχωμεν ανώτερα παράγωγα -
Ήρθαν τ΄άγρια να διώξ΄ν τα ήμερα
(1962) -
Κάμνει τον άγριο
(1941)Επί θρασυδείλων, όταν προσποιούνται τον θυμωμένον και απειλούν να κακοποιήσουν τους άλλους, φεύγουν όμως μόλις εξοργισθή ο απειλούμενος -
Τ' άγριο το πρόβατο στ' αγκάθι αφίν το κοζίν
(1915)Κοζίν=κοζίνι ή κόζια είναι σλαβική=κώας, κώδιον=προβειά, τομάρι -
Τα άγρα τα μουχτερά τα χόνα ημερώνουνε
(1931)Τους αγριοχοίρους τα χιόνια τους ημερώνουν. Κερ. επί αλαζόνος υπό της δυστυχίας ταπεινομένου.