Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κουρύλας, Ευλόγιος"
-
Άδωρα εχθρών τα δώρα
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εχθρού χάρισμα δεν διαφέρει από ζημίαν, οτι τα των εχθρών ανώφελη και βλαπτικά, κατά την σπάθην του Έκτορος την εις τον Αίαντα χαρισθείσαν, με την οποίαν αυτός ο Αίας εαυτόν εθανάτωσε -
Άλλος χάσκει και άλλος χάφτει
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις τους απολαμβάνοντας όσα άλλοι ελπίζουσιν -
Άλλων γιατρός αυτός πληγάς γεμάτος
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Τινές κακότροποι όντες προσποιούνται την αρετήν και την διδάσκουν εις άλλους, αυτοί δε μένουν πάντα αδιόρθωτοι -
Άνεμον τηγανισμένον, χιόνι στο σουγλί
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις τα μηδενός λόγου άξια, εις τα αδύνατα -
Άσπρος σκύλος μαύρος σκύλος
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις εκείνους όπου δεν διαφέρουν εις την κακίαν -
Ακριβός και ψευτης εύκολα συμφωνούν
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916) -
Αλλού με τρίβεις, δέσποτα, κ' αλλού έχω τον πόνον
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Ότι εκείνος όπου πάσχει γνωρίζει την πικρίαν -
Αν δεν είναι νωπόν, ας είναι και παστωμένον
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις εκείνους οπου δέχονται και τα δευτερεία -
Αχλιά στο γκώλο και να είναι ρουπακίτισσα
Κουρύλας, Ευλόγιος (1912)Ερμηνεία: Όταν κάμνη τις κάτι, έτερος αντιτείνει ότι δύναται να το κάμη καλύτερον -
Γριά με εν άσπρον έμβηκεν εις τον χορόν, έπειτα έδωκε δύο και δεν ημπορούσε να εύγη
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916) -
Γυμνόν έναν χίλιοι ενδυμένοι δεν ημπόρουν να τον ενδύσουν
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Γρ. εκδύσουν. Παρά του μη έχοντος ουκ αν λάβης -
Η γριά δεν είχεν διάβολον και ηγόρασε γουρούνιον
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916) -
Θάνατον παρδαλέως υποκρίνεται
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις επιβουλεύοντας. Η πάρδαλις όταν ίδη πιθήκους καμώνεται οτί είναι νεκρά και ούτω πλησιάζοντας τους πιάνει (Αποστόλης 559) -
Καί εμπρός βαθύ καί πίσω ρεύμα
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις τούς πίπτοντας εις δύο δεινά, καί από τόν φόβον διστάζουν ποίον πρώτον νά αποφύγουν -
Κροκοδείλου δάκρυα
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις προσποιουμένους, ότι συμπάσχουσιν εις τας δυστυχίας των άλλων, οι οποίοι (γρ. Των οποίων) έγιναν αίτιοι αυτοί. Λέγεται ότι ο κροκόδειλος, όποιον πιάση τον θρηνεί προ του τον φάγη [Αποστόλ. 917] -
Μη έσο πολλά δίκαιος ίνα μη αμαρτήσης
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916) -
Ο βλάχος άρχων και αν γενή πάλιν πριτιές μυρίζει
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις χωρικούς είτι και αν γίνουν σώζουσι λείψανα της αγροίκου αυτών συνηθείας. Πριτία: η δυσώσης οσμή των κριών. -
Ο κακός χρόνος περνά, ο δε κακός γείτων μένει πάντα
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916) -
Όποιος έχει τον πόνον, αυτός πονεί, οι δε γείτονες κοιμώνται
Κουρύλας, Ευλόγιος (1916)Εις εκείνους οπου εις τας θλίψεις των παρ' ουδενός βοηθούνται