Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π."
-
Άλλο να το ιδής και άλλο να τα ακούσης
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Η ίδια αντίληψις είναι πιστοτέρα και η εξ' αυτής γνώσις ασφαλεστέρα της εξ' άκρης και διηγήσεως προερχομένης. Ειδικότερον δηλοί η φράσις οτι η όρασις είναι πιστοτέρα της ακοής -
Άρμεγε γάλα και μη βγάζης αίμα
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Άκρως επιτυχής παρομοίωσις διδάσκουσα, υγιεστάτων οικονομικών αρχών, αρραγή παρέχουσαν βάσιν αρτίου φορολογικού συστήματος -
Αλίμονο στο σπίτι που λαλήσει θηλυκιά κότα
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Η αλληγορική αυτή παροιμία εκφράζει την έννοιαν οτι είναι δυστυχής ο οίκος εκείνος εν ώ άρχει η γυνή και ουχί ο ανήρ. Εν τη κυριολεξία της παροιμίας υπάρχει η πρόληψις ότι η όρνις λαλούσα προαγγέλει δυστύχημα εν τω οίκω -
Αλιά 'πο τον δαρμένον, όσο νάρθουν οι κριτάδες
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Ούτω ο λαός καθιεροί εμμέσως το δικαίωμα της αμύνη, οικτίρων και κατακρίνων τον δερόμενον και ανεχόμενον την τοιαύτην προσβολήν επί τη προσδοκία μελλούσης δικαστικής ικανοποιήσεως -
Αλογάριαστος πραματευτής καθάριος διακονιάρης
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Ο νόμος επιβάλλει εις τους εμπόρους την τήρησιν βιβλίων και την υποχρέωσιν να συντάττωσι κατ' έτος απογραφήν των κινητών και ακινήτων αυτών πραγμάτων κ.τ.λ. Ο λαός την αυτήν αρχήν πιστεύει -
Αν δεν χρωστής, έμπα εγγυητής
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Ο εγγυητής πρέπει να έχη υπόψιν του πτι πιθανώς θα πληρώση το χρέος -
Αν εις όλα είναι νόμος εις τα μάτια όχι όμως
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Το βλέπειν, ως το βαδίζειν και οσφραίνεσθαι είναι του ανθρώπου δικαίωμα αναφαίρετον, απορρέον εκ της φύσεως και της προσωπικής αυτού ελευθερίας, και μη δυνάμενον να απαγορευθή ή περιορισθή υπό της θετικής νομοθεσίας -
Ανθρώπου παρακάλεση ομοιάζει σαν αγγαρεία
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Ερμηνεία: Ο λαός ταυτίζει την διά παρακλήσεως ενταλθείσαν πράξιν προς την αγγαρείαν, ήτοι την υποχρεωτικήν επιβεβλημένην εργασίαν -
Ανύπαντρος κι' αν παντρευτή, δεν πρέπει να χορεύη μόν' με σακκί στον ώμο του, αλεύρι να γυρεύη
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Ο ανήρ ως άρχων του οίκου φέρει τα βάρη του γάμου -
Από πίσω του καθένας και τον βασιλιά τον βρίζει
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Συνοδεύεται από κείμενο ... -
Ας είν' μικρό τ' αλώνι σου και ας είν' μοναχικό σου
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Η λαϊκή φιλοσοφία θεωρεί επιζήμιον υπό πρακτικών επόψιν την άπλήν κοινοπραξίαν την αποστέργει -
Βάνει κι' η κοσκινού τον άντρα της με τους πραματευτάδες
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Εν τη παροιμία ταύτη ανευρίσκομεν τα στοιχεία της λαϊκής πεποιθήσεως περί του τις είναι έμπορος. Ο λαός δεν είναι όσον ο εμπορικός νόμος αφειδής εν τη απονομή της ιδιότητος ταύτης. Η σύζυγος του πωλητου κοσκίνων, η θεωρήσασα ... -
Βασιλικός ορισμός και τα σκυλιά δεμένα
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Η παροιμία φαίνεται μορφωθείσα απο το κράτος του μοναρχικού ημών πολιτεύματος, δηλοί δε εκφραστικώτατα την κατά την δημώδη αντίληψην ουσίαν της μοναρχικής εξουσίας υπό την δεσποτικήν και απολυταρχισκή αυτής έκφανσιν: Ο ... -
Βλέπε μόστρα κι αγόραζε πανί
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Η λαϊκή συνείδηση ευνοεί την επί δείγματι και επιδομική αγόρασιν, όπως ακριβώς και η ισχύουσα θετική νομοθεσία( emtio ad gustum) -
Γάμος όψιμος, παιδιά τσ' αρφάνιας
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π. (1912)Ερμηνεία: Πρέπει να συνάπτη τις γάμον εις νεαράν ηλικίαν -
Δανείζου και ξόδευε, τη διορία μη λησμονείς
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Ο οφειλέτης υποχρεούται εντός της ταχθείσης προθεσμίας να επιστρέψη το δάνειον -
Δανειζόμουν κι έτρωγα θάργεια Θιός μου τάδινε. Σαν μου τα γυρεύανε, εκαθόμουν κι' έκλαιγα
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Λέγεται εις κατάκρισιν και ειρωνίαν των δυσαρεστουμένων επί τη απαιτήσει του καθυστερουμένου δανείου -
Δέσ' τον γάϊδαρο όπου θέλει ο νοικοκύρης, κι' ας τον φάη ο λύκος
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Ο εντολοδόχος οφείλει να εκτελέση το ανατεθέν αυτώ έργον, τηρών ακριβώς εν τη εκτελέσει τα όρια της δοθείσης αυτώ εντολής. Εν τοιαύτη δε περιπτώσει ουδεμίαν φέρει ευθύνην κ' αν επιζήμιος αποβή η πράξις -
Δέσε το γομάρι, όπου θέλει ο γομαριάρης
Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Π.Ο εντολοδόχος οφείλει να εκτελέση το ανατεθέν αυτώ έργον, τηρών ακριβώς εν τη εκτελέσει τα όρια της ανατεθείσης αυτώ εντολής