Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 92-111 από 132
-
Όψιμος γυιος με κύρη δεν θερίζει
(1893) -
Παρά κακή παντρειά καλλιά χηρειά
(1893) -
Που πάρη χίλια πύρπυρα και κακουδιά γυναίκα, τα χίλια παν 'ς τ' ανάθεμα κ' η κακουδιά 'πομένει
(1893)Λευκώλενον λίνον κερδογαμείς (Diogenia Cent. Vi 22) -
Σ' επήρα για βασιλικό κ' εβγήκες ατσικνίδα
(1893)Εν λεξιλ., σελ. 148. Ατσικνίδα ή φυτόν, ή κνίδη, κνίδα -
Σαν είν' από γένει' άνθρωπος κι' από μεγάλη σκλέτη, ούλο το βιό σου 'ξόδιαζε και κάνε του ραέτι
(1893)Εν λεξιολ. Σελ. 176, Σκλέτη (η) και σκλετάδα=γένος, γενεά -
Σαν είν' λακκουδοπήγουνη [η γυναίκα] μη την ρωτάς για κάλλη, μα 'κείνη εδιαπέρασεν από τον Ιορδάνη
(1893)Εν λεξικ. σελ. 152 -
Σαν θέλ' η νύφη κι ο γαμπρός, τύφλαις να 'χει ο πεθερός
(1893)Παροιμία αναφερομένη εις τον δι' αρπαγής γάμον -
Σαν θέλ' η νύφη κι ο γαμπρός, χαίρουντ' οι συμπεθέροι
(1893)Παροιμία αναφερομένη εις τον δι' αρπαγής γάμον -
Σέρνε με κι ας κλαίω κι όλας!
(1893) -
Σελλάτο βούϊ αγόραζε και γάϊδαρο καμπούρη, γυναίκα λιανοκάμωτη και χοίρο μακρομούρη
(1893)Εν. λεξιολ. Σελ. 176 . Σελλάτο = καμπυλόν