Πλοήγηση ανά Λήμμα "θωρώ"
Αποτελέσματα 72-91 από 95
-
Το καμήλι τζο θωρεί του τσείνου το γαμbούρι, θωρεί του μαχτσουμού του
(1951)Για τους ανθρώπους που κοιτάζουν τα ξένα και δε βλέπουν τα δικά τους -
Το συρμό θωρείς και το φειρ ρωτάς;
(1932)Ολοφάνερο πράμα. Συρμός, ο=σημάδι που γίνεται με τη διάβαση, όταν συρθή κάτι -
Τον καλγιαννίτση θωρούν τον κόκκινος και θαρρούν όλο άλειμμα ένι
(1931)Καλγιαννίτσης, πτηνόν μικρότατον έχον ουράν κοκκίνην. Ινεπ. Επί των αποβλεπόντων μόνο εις την εξωτερικήν λαμπράν όψιν των πραγμάτων, η οποία πολλάκις είναι απατηλή -
Τον όφι θωρεί και των βολοσερμαντέν του γυρέβγει
(1920)Βωλοσερματέ=το σημείον όπερ αφήνει κατά γης ο όφις συρόμενος (βαδίζων)