Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Αναγνώστου, Σ."
-
Δεν ηγέννσα ένα κβάρ κλουστή να μπαλουθώ, μα γέννσα όχινις τσι φάγαν τα τσλιά μ'
Αναγνώστου, Σ. (1902)Όχινις=έχιδνας -
Δυό λόγια 'νι στου μπουγιατζή: να τ'ς παράδις, δος του βρατσί
Αναγνώστου, Σ. -
Έλα, τσ' απαντέχ' του ζιρβό
Αναγνώστου, Σ.Η φράση προέρχεται εκ της αρχαιοτάτης συνηθείας να τρώγωμεν με την δεξιάν και την χρησιμοποιούμεν όταν μετά παιδιάς καλούμεν εις την τράπεζα τους βραδύνοντας, να καθίσωσι περί αυτήν. Δηλαδή λέγομεν: “Έλα, διότι ημείς ... -
Ένα νύχ'
Αναγνώστου, Σ.Προς ορισμού ελαχίσμου ποσού ή μεγέθους. Ένα νύχ' νιρό, ένα νύχ΄πιό μακρύ, ή πιό κοντό -
Έρμα ταύρις, αραχνιασμένα αφ ς τα
Αναγνώστου, Σ. (1902)Ερμηνεία: Ανάλογος τη : κακά ψυχρά κι ανάποδα, αλλ' εκάτερα ενός διαφόρας περιστάσεως -
Έχ' (του πράμα) λουγαριασμό
Αναγνώστου, Σ.Πρέπει δηλαδή και εξ' άλλης απόψεως να εξετάση τις ή να σκεφθή περί του πράγματος