Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Σπανδωνίδη, Ειρήνη"
-
Ο κάθε χαζός έχ' τη φρονιμάδα τ' κι ο κάθε έξυπνος έχ' τη χαζομάρα τ'
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Ο λύκος ο μονιάς κι η γίδα η ζαβατάρα κάποτε θα σμίξ'νε
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Ο λύκος ο μονιάς κι' η γίδα η ζαβατάρα κάποτε θα σμίξ'νε
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Ο μουφλούσης κι ο ταμάχης χερ' με χέρ' συμπεθερεύν'νε
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Μουφλούσης = αυτός που έκανε πτώχευση, ο χρεωκοπημένος (σ. 160, 50 και 51) -
Ο μουφλούσης σαν τα χάνει τα παλιά δεφτέρια πιάνει
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Μουφλούσης = αυτός που έκανε πτώχευση, ο χρεωκοπημένος (σ. 160, 50 και 51) -
Ο ξένος κι ο πόταμος τον τόπο τ' γυρεύει
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Ο ξένος σ' αναπεύει, δε σε θεραπεύει
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Ο παπάς ήρθ' απ' την Πόλη κι' η παπαδιά μολόγαε
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Ο παπάς ήρθ΄απ΄την Πόλη κι η παπαδιά μολόγαε
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Όποιος έχει μύλους και μελίσσια κοιμάται ως το γιόμα
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Αυτές είναι δύο άκοπες και προσοδοφόρες δουλειές -
Όπου εγώ κι η ράβδα μου
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939) -
Πάλι για το γάιδαρο καβάλλα!
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Νέες πομπές και νέα διαπόμπευση απάνω στο γάιδαρο -
Πήρε το κατσίκι κλαρί, λύκος να φάει τ' μάννα
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Κατσίκι κλαρί = έπαυσε να βυζαίνει -
Πο θάνατο κι από βροχή ποτέ να μην παντέχεις
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Γιατί δεν ξέρεις πότε θα ενσκήζουν -
Πό θάνατο κι από βροχή ποτέ να μην παντέχεις
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Γιατί δεν ξέρεις πότε θα ενσκύψουν. Παντέχω = αναμένω, ελπίζω να. Από κει που δεν το παντέχει θα το βρεί. Δε σε πάντεχα από τώρα για (σελ. 160, 61), Η παντοχή η απαντοχή = αναμονή, η ελπίδα οτι , η ελπίδα. Συ 'σαι η παντοχή ... -
Πότε γίν'κε η κολοκύθα και στράβωσ' ο τζανός τ'ς;
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)Για έναν που δεν πρόφτασε να ωριμάσει, να έλθη η ώρα του -
Πότε Πάσχα, πότε χάσκα
Σπανδωνίδη, Ειρήνη (1939)