Πλοήγηση ανά Λήμμα "ένας"
Αποτελέσματα 51-70 από 555
-
Ένα γουμάρ' είν' στ' Ζίτσα;
(1939)Δι' εκείνον πού βλέπει πράγμα όμοιον τού ιδικού του καί νομίζει ότι είναι τό ιδικόν του -
Ένα ένα τρώει τό φεγγάρι
(1889) -
Ένα ένα τρών τά σύκα κι' από δυό τσή φρακασάνες
(1891)Φρακασάνες = είδος σύκων. Ότι δέν πρέπει νά γίνονται πολλαί εργασίαι ή ομιλίας συγχρόνως -
Ένα ήταν, τόφαϊ ου ράφτ' ς
(1923)Όταν μιάν ευκαιρίαν δέν τήν επωφελήθη τις καί αφήκαν άλλον νά τήν επωφεληθή -
Ένα ήταν, τόφαϊ ου ράφτ' ς!
(1927)Τό δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Μιά φορά έκαμα το λάθος, δεύτερον λάθος δέν κάμνω. Προήλθεν: Πρό πολλών ετών τούς ραφτάδες εντοπίων ενδυμάτων, π. χ. καπών κ.λπ., περιεπιούντο εις τά σπίτια πού τούς προσεκάλουν νά ... -
Ένα καί στόν αγκαθό καμένο
(1958)Ο αγκαθός = γωνιά ψωμί, αγκωνή. Σάν τό ψωμί, πού καίεται στήν αγκωνή του. Μιά γυναίκα έψησε, έκανε 9-10 ψωμιά. Μιά γειτόνισσα έρριξε 1 δικό της ψωμί στό φούρνο. Εκείνη μέ τά 10 τά 'βγαλε εν τάξει. Εκείνη μέ τό 1 είπε: “Ένα ... -
Ένα κι' ένα
(1923)Δηλαδή εντελώς, καθ' ολοκληρίαν. Π.χ. Πάτσα μέσ' στ' λάσπ' κί γίν' κα ένα κί ένα = εντελώς ελασπώθηκα -
Ένα λουλούγι τήν άνοιξη δέν φέρνει
(1902)