Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Νεστορίδης, Κ."
-
Ξένο γαϊδούρι καβαλικεύεις, γλήγορα ξεπεζεύεις
Νεστορίδης, Κ. -
Ξένο κήπο εύχου (;) ν' ανθήση ο δικός σου
Νεστορίδης, Κ. (1889) -
Ξένο κήπο πότιζε ν' ανθίση κι ο δικός σου
Νεστορίδης, Κ. -
Ξένο κήπο πότιζε να ξεραθή ο δικός σου
Νεστορίδης, Κ. (1889)Ερμηνεία: Επί των παραμελούντων τα ίδια -
Ξένο σκύλο τάϊζε μαγκούρα θα σου μείνη
Νεστορίδης, Κ. (1889) -
Ξένο τρέφεις; Λύκο τρέφεις, κι αν μπορέση, θα γυρίση να σε φάη
Νεστορίδης, Κ. -
Ξένος δουλεύει ξένος παίρνει
Νεστορίδης, Κ. (1889)Ερμηνεία: Επί των δια ξένων εργαζομένων και μηδέν ωφελουμένων -
Ξένος δουλεύει ξένος παίρνει
Νεστορίδης, Κ.Ερμηνεία: Επί δια ξένων χειρών εργαζομένων και ουδόλως οφελουμένων -
Ξένος κώλος, ξένος πόνος
Νεστορίδης, Κ. (1889) -
Ξένος πόνος καθάρια γέλοια
Νεστορίδης, Κ. -
Ξένος πόνος ξένος όνειρος
Νεστορίδης, Κ. (1889)Ερμηνεία: Επί των ουδέν λογιζομένων τα των άλλων δεινοπαθήματα -
Ξέρ ο καλόγερος νά φκιάση παιδιά μά τού λείπουν τά μισά τά σύνεργα
Νεστορίδης, Κ. (1889) -
Ξέρ' η μάννα να κάμη πίτα, αλλά δεν έχει αλεύρι και βούτυρο
Νεστορίδης, Κ. (1889) -
Ξέρ΄ η κλώσσα πως κάθεται στ΄ αυγά της
Νεστορίδης, Κ. (1889)Ερμηνεία: Επί των ειδότων καλώς το έργον των -
Ξέρ΄ η κόττα πως κλώθει τα πουλιά της
Νεστορίδης, Κ. -
Ξέρ΄ ο βλάχος, τι έχει στο ταγάρι
Νεστορίδης, Κ.