Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Νικολάου, Θεοδόσιος"
-
Απ' αντραπεί τζη αγκαστρωθεί κακόν αγκάστριν έσhει
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος εντραπεί και μείνει έγκυος, κακόν αγκάστριν έχει -
Από ακρώννεται γονιού παραγωνιάς τζοιμάται
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος δεν ακούει μετά προσοχής τους γονείς του κοιμάται έξω στις γωνίες. -
Απόshει γίδκια γλέπει τα, τζι' απού τα βλέπει τρώ τα
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος έχει γίδια τα φυλάει, κι όποιον τα φυλάει τα τρώγει -
Απόδ δουλέψει μισταρκός εγ γίνεται αφέντης
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος δεν δουλέψη υπάλληλος δεν γίνεται αφεντικό -
Απόθ θέλει να πά στομ μύλον πέντε μήνες κοshινίζει
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος δεν θέλει να πάει στον μύλον πέντε μήνες κοσκινίζει -
Απόν είδεβ βούνα τζιαί καστρή είδεφ φούρνους τζ' εξιππάστην
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος δεν είδε βουνά κιαι κάστρα είδε τον φούρνον και εξιφνιαστη. Ερμηνεία: Η παροιμία λέγεται επί ενθουσιασμένων δια πράγματα ευτελή, επειδή δεν γνώριζαν ανώτερα και μεγαλύτερα -
Απόν ημπορεί να δέρει τον γάαρον γέρνει το σάμαν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος δεν μπορεί να δείρη τον γάϊδαρον δέρνει το σαμάρι -
Απόσιει γέννια ας γυρέβκη χτένια
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Αυτοί που χρειάζονται τι, αυτοί πρέπει και να το ζητούν -
Απου θέλει τα πολλά χάννει τζιαι τα λλία
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα -
Απουshει πολλούς πετεινούς αρκεί να ξιμερώση
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όπου έχει πολλά κοκόρια αργεί να ξιμερώση. Όπου υπάρχουν πολλοί αρχηγοί δεν δύνανται να λειφθη ευκόλως καμμία απόφασις ούτε να γίνη τίποτα -
Απού γλέπει τα ρούχα του έσχει τα μισά
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος φυλάγει τα ρούχα του έχει τα μισά -
Απού γυρίζει το χωρκόν βρίσκει τίποτε τζαι τρω
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Οποιος φέρνει βόλτες το χωριό βρίσκει κάτι να φάη. Δια τους δραστήριους που συνεχώς προσπαθούν, και αυτό δια το καλόν τους -
Απού μιτσίν τζι απού πελλόν να μάθης την αλήθκειαν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Από μικρό παιδί κι από τρελλόν να μάθης την αληθεια -
Απού πίννει βερεσιέν μεθκ' α δκυό φορές
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όποιος πίννει επί πιστώσει μεθά δυό φορές -
Ας έσιει η τάβλα τίποτε τζι' ας λείπη το μαντήλιν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Ας έχη το τραπέζι τίποτα κι' ας λείπη το μαντήλι -
Ας εμ μιτσίν τ' αλώνιμ μου τζι ας εμ μανιshικόμ μου
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Ας είναι μικτόν το αλώνιν μου, μα ας είναι όλο δικό μου. Δια την αξίαν την οποίαν έχει ένα πράγμα δια τον κτήτορα πάρ' όλον οτι είναι ελαττωματικό -
Ας με κράζουσιγ Κατίναν τζι' ας λαώννουμαι της πείνας
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Να με λέγουνε Κουτίνα κι' ας πεινώ -
Αφίσαμεν τα θέρη μας τζιαί ξικαννασυρίζουμεν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Αφίσαμε τα θέρη μας και καθαρίζουμε το κανναβούρι