Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βαφείδης, Θεολόγης Γ."
-
Νεκατωμένος ο ερχόμενος
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1914) -
Νηστέβ ο δούλος του Θεού που δεν έχι να φάγι
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των ποιούντων αι ακουσίες και εξ ανάγκης -
Νηστικιά αρκούδα δε χορεύ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Νηστικός κομμάτια ονειρεύεται
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Νύχι να κηνηθούν δεν έχνα και ο μύτος κειναπάν
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των ευδεών κι πτωχαζόντων -
Νυφ΄ τρέχ' η μύξα σ'. Εν χειμώνας. Σε ξέρω κ' πε το καλοκαίρρ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των επιχειρούντων να δικαιολογηθώσι δι' ελαττώματα των γνωστόν -
Ξγει κοιλιές και φκιάνι φανάρια
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο 'παννος ο ταbαnός εν άδειος
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ταbαnά λέξις τούρκικη σημαίνει πάτωμα. Η παροιμία αυτή πολλάκις λέγεται και τουρκιστί ούτως “Χίτς γιόκ εριφτέ”=πίωσει δεν υπάρχει ες του ανθρώπου, καυκοστ=δεν έχ, μυαλό -
Ο ένας του λούγι κι' άλλος του χτενίζ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο ερχοσμός πέ σας, ο παγεμός πέ μας
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Προς επισκέπτας βιαζομένους να απελθώσιν -
Ο Θεγός να βάλι το χέρ' dου
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο Θεγός να σε φυλάγι 'πε σημειωμένον άθρωπο
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο κατσίβελος οdί eχ, πετμέζζ' δε bορ' να κοιμθή
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ειρωνικώς επί των ανυπομονούντων ή σπευδόντων εις την απόλαυσιν του καλού ου εγένοντο κύριοι -
Ο κουφός τα ταιριάζζ
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο λύκος ανεμάζαλ' γυρεύ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο τρελλός είδε μεθυσμένονα και φοβήθηκε
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Ο χαζίνις οdέ βουληθή τα βουνά ξερριζώνν΄
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Χαϊν λέξη Τουρκική = οκνηρός