Πλοήγηση ανά Λήμμα "σπίτι"
Αποτελέσματα 21-40 από 300
-
Αυτός το κλεισε με τα παλιούρια το σπίτι του!
(1924)εάν δυστυχίσαντος, καταστραφέντος, απολεσθέντος τους οικείους. -
Αχ, σπίτι μου, σπιτάκι μου και πορδοκαλυβάκι μου
(1918)Να πάω στο σπιτάκι μου και να φάω τσουκνίδες ανάλατες. Από παραμύθι Καλαβρυτινό. -
αχάλαγο σπίτι (ήταν αυτή η γυναίκα/.Τίποτα δεν καταλαβαίνει).
(1918)Από ευτράπελον διήγησην. Το μη είχον επικοινωνίαν με ξένους, μη δεχόμενον πολλούς ανθρώπους. Σιχνά λέγεται επί ανθρώπου ακοινώνητου. -
Γήdανα να κάψνα δυό σπίτια κι' έκαψανα ένα.
(1918)Λέγεται για το ανδρόγυνο για το οποίο υπάρχει η γνώμη ότι δε μπορεί να εξελιχθεί καλά στον οικογενειακό του βίου. -
Γην όσην εμπορείς.
(1918) -
Δεν έχ' μάτια για σπίτ'.
(1953)Δεν έχει όρεξη και διαφέρον ουδέ προθυμίαν δια τα συμφέροντα της οικογενείας. -
Έβγα που το σπίτι σου, να ξεγιβεντιστης κι έμπα στο σπίτι σου να ποσορευτής.
(1949)Δηλοί ότι πρέπει να αποφεύγουμε τα δανεικά πράγματα. -
Έμη και στο σπίτι μας, και σκατά στη μούρη μας.
(1963)Λέγεται μάλλον σαν αστείο, δηλ. δεν φτάνει που... αλλά και... Λέγεται επίσης, όταν σε ξένο σπίτι κάνη κάποιος το αφεντικό και στον ιδιοκτήτη ακόμα.