Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βαφείδης, Θεολόγης Γ."
-
Μακρυιά μαλλιά κοντή γνώσς
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Σκωπτικώς προς τα γυναίκας όταν πράττωσιν ανόητον τι -
Μαλλιά κουβάρια
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των εμπλεκομένων εκ έριδα από τα οποία είναι δύσκολον να απαλλαγίσιν -
Μας έκατσε ο κούκος αιδόνι
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Εδαπανήσαμε δηλονότι πολλά δι' ουδαμινόν πράγμα -
Με τον δικόσ' φάγε πιε, αλισφερίς μη φκιάνις
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Μεγάλι βούκκα φάγε, μεγάλο λόγο μη λες
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των κομπορρημονούντων -
Μείς και μείς
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Περισσότερον όμως φέρεται εις το στόμα του λαού εκ την Τούρκικην γλώσσαν “Βιζ' bίζε”, αναμεταξύμαι. Αυτά κι επί διασκεδάσεως γινομένης εν στενώ κύκλο -
Μείς και πάλ' μείς
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Περισσότερον όμως φέρεται εις το στόμα του λαού εκ την Τούρκικην γλώσσαν “Βιζ' bίζε”, αναμεταξύμαι. Αυτά κι επί διασκεδάσεως γινομένης εν στενώ κύκλο -
Μεροδούλ', μεροφάγ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των αποζώντων εκ της καθημερινής εργασίας -
Μη gξιέσαι ΄κει που δε σε τρώγι
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ειρωνικώς επί των ξυομόνων διά των δακτύλων, όταν ευρίσκονται εις αμηχανίαν -
Μη γελάς γιατί φαίνdαι τα δόdια σ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Μη ρωτάς το γιατρό μον ρώτα το bαθό
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Μήλο να ρίξς δε bιφτ καττ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Μήτε σκόρδο έφαγε μήτε σκορδιάς μυρίζζ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί ων αφιλότιμων και ασυναισθέτων -
Μια φορά πηγαίνι η bάbω στα τσάκνα
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Μιά, δυό, ρεις και τι gακήσς'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των ψευδομένης ιδία σίτινες επιτέλους ανακαλύπτοντα κι τιμωρούντα -
Μικρός αμά θαματουργός
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ακριβώς όμοιον του η μικρός μεν το δέμα, αλλ' αχμωντής -
Μοναχός το jείπα μοναχός το άκσα
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)