Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος"
-
Όταν χιλιάση το μαντρί το ψόφο δεν φοβάται
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Οι άνθρωποι με τον νου τους ηύραν τον Θεό
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Ομ' ένας αντί να ζητήση φλουριά κατά λάθος επρόφερε γυαλιά και έλαβεν τοιαύτα.
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Ούτε το φίδ' δεν πειράζ' τον άνθρωπο όταν πίν' νερό
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Παλαμίδα σε μύρισε; Ούτε κολοιό δε θα φας
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Παλαμίδα σε μυρίζ'
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Παππού μου στείλε με την ευχή σου – Έλα μόνος σου και πάλε να διούμε
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Παρά να πης κακογιάννη πες καλογιάννη
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Παρά να χ' η γειτονιά μου κάλλιο να χουν τα παιδιά μου παρά νά χουν τα παιδιά μου κάλλιο να χ' η αφεντιά μου
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Πέθανε να σ' αγαπώ και ζε να σ' έχω μάχη
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Πειότερα αρνιακά παρά πρόβια
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889)Σημαίνει: Δηλ. αποθνήσκουν περισσότεροι νέοι ή γέροντες -
Πίκρα και τ' ανδρού μ' ο θάνατος
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί πότ' ο κώλος του
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Ποιός είν' γερός; -Ο Γιάννης ο σπασμένος
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889)Ερμηνεία: Όταν σπέπτονται περί του τις είναι καλός -
Ποιός το βγαλε το μάτι σου; Ο αδερφός μου. Γι΄αυτό είναι βαριά
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Ποιος παινα τη νύφη μας; Η τσιμπλού η μάννα της
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889) -
Πολυτεχνίτης κ' ερημοσπίτης
Δημοσθενόπουλος, Σωσίπατρος (1889)