Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βαφείδης, Θεολόγης Γ."
-
Κάμε νάζι νά χι κι χάζι
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των μη παρεχόνται μετ' ευκολίας το αιτούμενον -
Κάν' το καλό, στου διαβόλ' το χωριό
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Επί των μη αναγνωριζόντων την ευεργεσίαν -
Κάνε μ' προφήττ' να σε κάνω πλούσιjo
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Και κόρκορος εν λαχάνοις και Σαούλ εν προφήταις
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Και σύ πέ τους δώδεκα με τριγιέσαι
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Καινούργιο κόσκινο που να σε κρεμάσω, και σαν παλιώσης που να σε πετάξω;
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Καλημέρα Γιάννι! Κουκιά σπέρνω
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Καλύτερα να βγήκι το μάτ' σου παρά τόνομα σσ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Καν το καλό και ρίξ' το 'ς το γιαλό
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Κατά μάννα κατά κύρρ', έκαμαν τη γυο Ζαφείρρ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Όταν τα τέκνα κατά πάντα ομοιάζωσι τους γονείς -
Κατά το gαιρό σύρνι η Μάρω το χορό
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Ερμηνεία: Πρέπει να συμμορφώνεταί τη προς τας περιστάσεις -
Κατά το μάστορ' και τα τσιράκια ττ΄
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Μάστορς σημαίνει τον τεχνίτην εκ του μαϊστωρ (magisfer), τσιράκι δε λέξη τούρκικη και σημαίνει τον μαθητευόμενον -
Κατόπ' βρίζνα και το βασιλέ
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Κει που δε σε σπέρνουνα μι φυτρώνισ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Κείνο που γελάσ' κανείς έρκεται στο κεφάλι dου
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Κείνος που δουλεύ' νηστικός δε bομνίσκει
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917) -
Κείνος που νεκατώνι το πετιμέζ θα γλύπς και τα δαχτύλια ττ'
Βαφείδης, Θεολόγης Γ. (1917)Επί των καταχραστών