Πλοήγηση ανά Λήμμα "λάδι"
Αποτελέσματα 13-32 από 257
-
Ανακατώνιτι καμιά φουρά του λάδ' μι του νιρό;
(1910)Ερμηνεία: Επί ανομοίων χαρακτήρων, ιδεών και φρονημάτων -
Ανακατώνιτι καμιά φουρά του λάδ' μι του νιρό;
(1939)Ερμηνεία: Επί ανομοίων χαρακτήρων, ιδεών και φρονημάτων -
Βγαίν'(ς) κι λάδ'
(1938)Ελέγετο δια κοινά πρόσωπα και κοινάς πράξεις, όταν κανείς προσπαθεί να καλύψη τας παρεκκλίσεις του -
Βγαίνει από πάν' που το λάδι
(1917)Ερμηνεία: Λέγεται δια τον θέλοντα να αποδείξη αθώον κατηγορίας τινός, ενώ είναι μέτοχος και συνευδοκών -
Βγαίνει λάδι
(1957)Επιπλέει δηλαδή σαν το λάδι, βρίσκει τρόπο να δικαιωθεί για τα παραπτώματά του -
Βγήκε λάδ'
(1938)Ελέγετο δια σημαίνοντα πρόσωπα, τα οποία κατώρθουν ν' αποκρούσουν σοβαράς κατηγορίας -
Βγήτσε καντήλα λάδι ο Γιώργις
(1924)Κατώρθωσε ν' απαλλαγή της κατηγορίας αποδείξας εαυτόν (ψευδώς) αθώον -
Βγήτσε λάδι
(1943)