Πλοήγηση ανά Λήμμα "γάτα"
Αποτελέσματα 111-130 από 132
-
Τη κάτας το σκατόν είπαν βοτάν εγέντονε, εχτάλεψεν κι ετσούπωσεν άτο
(1877)Ερμηνεία: Επί εκείνου όστις δεν παρέχει τι εις τους άλλους άμα γνωρίση ότι έχουσι χρείαν τούτου -
Τηγ κάταν είπαν “το σκατόσ σ εν γατρικόν” και εχτάλεψεν και έθαμέν άτο
(1874)Τη γαλή είπον φαρμακόν έστιν η κόπρος σου ηδέ κατώρυξεν -
Την κάταν είπαν άτεν το σκατό 'δατρικόν εν κ' εκείνε εκλώστεν ετσίλίαξεν άτο
(1931)Της είπαν “γιατρικό είναι” κ' εκείνη γύρισε πίσω και την σκέπασε -
Την κάταν είπαν άτεν το σκατό σ' μούσκον εν κ' εκείνε πα εχτάλεψεν κ' εφόσιξεν άτο
(1931)Είπαν 'ς τη γάτα η ακαθαρσία σου είναι μόσκος, κ' εκείνη έσκαψε και την έχωσε -
Την κάταν είπανε “βοτάν' εγέντον” κ' ετσούπωσεν άτο
(1918)Είπανε 'ς τη γάτα “το σκατό σου είναι μόσκος” κ' εκείνη έσκαψε και το χωσε. Αχταλεύω εκ του τουρκ. αχταρμάκ = φοσσίζω, σκάπτω λάκκον και κρύπτω τι εντός, από του ουσ. φοσσίν (λατ. Fossa), (βλ. παρά Δουκαγγίω φοσσίον) λάκκος -
Το γεννήσ' η κάττα ποντικό θα πιάση
(1917) -
Το γεννήσ' η κάττα, ποντικό θα πιάση
(1937) -
Τρώγονται σαν τη γάτα με τον σκύλο
(1962)