Πλοήγηση ανά Λήμμα "μάννα"
Αποτελέσματα 107-126 από 651
-
Είναι μεγάλ' η μάννα σου; Να το πουκάμισο κρέμεται (και δες το)
Ερμηνεία: Επί των αποφευγόντων τας απαντήσεις περί προσώπων ή πραγμάτων, ως ασύμφορων -
Είναι πάλι (σ)τα μανουσάτσα της
(1918) -
Είσεν η μάνα ριζικόν νάσει τζ' η κόρη σόρταν;
(1940)Ευδαιμονεί εκείνος που ζη φρονίμως και καλοτυχίζονται τα παιδιά του. Το αντίθετον με μητέρα άμυαλη -
Εκάεν υλέε, κ' είνας μάννα π' εγέννεσεν οφίδ' είπεν 'ναηλί εμέν, θα καίεται τ' οφίδ' μ'
(1929)Κάηκε το δάσος και μια μάννα που γέννησε φίδι είπε: ''αλίμονό μου, θα καή το φίδι μου'' -
Εμέν μάννα 'κ' εγέννεσεν, εμέν κύρις 'κ' εποίκεν, εμέν κορώνα ξέρασεν απάν' 'ς σο μεσοστρατίν, έσειξεν το φτερούλιν ατ'ς κ' εμέν εκαταρέθεν 'να μη χαρής, να μη χαρής, να μη καλόν ελέπης
(1929)Εμένα μάννα δεν γέννησε, εμένα πατέρας δεν έκανε, εμένα κόρακας ξέρασε απάνω 'ε το μεσοστρατί, κίνησε τη φτερούγα του και με κατραράστηκε -
Εμένα, δε με γέννησε μάννα, με γέννησε μανιτάρα
(1938)Λέγεται συνήθως υπό των παραπονουμένων διότι αδικήθησαν ή ελησμονήθησαν έναντι των αδελφών των -
Ζάει κ' η μάννα σ' κι ου πατέρας σ'
(1939)Είναι οιονεί πρόσκλησις προς συμμετοχήν εις το γεύμα απευθυνομένη προς επισκέπτην άμα τη ενάρξει του γεύματος προσερχόμενον -
Ζιάει κ' η μάννα σ' κι ου πατέρας σ'
(1910)Είναι οιονεί πρόσκλησις προς συμμετοχήν εις το γεύμα απευθυνομένη προς επισκέπτην άμα τη ενάρξει του γεύματος προσερχόμενον