Πλοήγηση ανά Λήμμα "δουλειά"
Αποτελέσματα 736-752 από 752
-
Ψωμί από το σπίτι του, δουλειά σε ξένο αμπέλι
Η παροιμία ενέχει ειρωνίαν προς τους δωρεάν ή αντί ελαχίστου παρέχοντας την υπηρεσίαν αυτών -
Ώρας βουλειά, χρόνου μελέτημα
(1934)Εργασία απαιτούσα διά την εκτέλεσιν ελάχιστον χρόνον μελετάται και συζητείται επί μακρόν λόγω αναποφασιστικότητος. Πρβλ. Βυζαντ. Παρ. Π. Π. 1, 5, 40 (Βυζαντ.) και 4, 531, 42 κέξ -
Ώρας δουλειά χρόνου ανεμελιά
(1910) -
Ώρας δουλειά χρόνου μέριμνα
(1889) -
Ώρας δουλειά, χρόνος περνά
(1939) -
Ώρας δουλειά, χρόνου αναμελιά
(1938)Το λέν όταν αναβάλλει κάποιος κάτι πού μπορούσε να τελειώση γρήγορα -
Ώρας δουλειά, χρόνου αναμελιά
(1937) -
Ώρας δουλειά, χρόνου αναμελιά
(1952)Αναμελιά = αμέλεια. Αναβάλλουμε καμιά φορά, ολόκληρο χρόνο, κάτι πού θά τελείωνε μέσα σε μία ώρα -
Ως να κάνη τή δουλειά του, βαστά πάντα την ποδιά του
(1926)Από έθιμον των Βυζαντινών καθ' ό οσάκις πλούσιοι ή ισχυροί εξήρχοντο, τοτί εκρατούν οι ταπεινότεροι κολακεύοντες τις ποδιές