Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ."
-
Παρά να βκη ο λόος σου καλλύττερα να βκη τ' αμμάτιν σου
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Κάλλιο να βγη το μάτι σου παρά ο κακός σου λόγος -
Πέ μου τόν φίλον σου νά σού πώ ποιός είσαι
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: διά τήν σημασίαν πού έχει η συναναστροφή επί τόν χαρακτήρα τού ανθρώπου -
Πέψε πελλόν, πήαιννε τζιαί σου ταπισόν του
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Στείλε τρελλόν και πήγαινε και συ από πίσω του -
Πελλός τζι' άρκος όπως του δόξη
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ο τρελλός κι' ο άρχοντας όπως του έρθη -
Πιάσ' τον έναν φάκκα τον άλλον
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Πάρ' τον ένα κτύπα τον άλλον. Ερμηνεία: Κανείς εκ των δύο δεν αξίζει είναι και οι δύο όμοιοι -
Ποτάβριζε τα πόδκια σου ως τζιαμέ που φτάννει το πάπλωμαν
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία : Άπλωνε τα πόδια σου μέχρις εκεί που φθάνει το πάπλωμα -
Που τον κούφον ως τον ορώπιν
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Λέγεται εις περιπτώσεις καθ' άς εις περιπίπτων εις μιαν συμφοράν αναμένει σωτηρίαν, και αντ' αυτής περιπίπτει εις συμφοράν χειροτέραν της πρώτης -
Σσύλλον λούσης σσύλλον πλύννης, πάλαι σσιυλλιές μυρίζει
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Σκύλλον λούσης σκύλλον πλύννης πάλι σκυλλιές μυρίζει -
Σταλαμαδκιάν – σταλαμαδκιάν γεμώνν' η στάμνα η πλαθκειά
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Επί οικονομίας -
Σταλαματιά – σταλαματιά γεμίζ' η στάμνα η πλατειά
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Επί οικονομίας -
Στου κουφού την πόρταν όσον θέλεις βρόντα
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Επί εκείνων, οι οποίοι δεν συναισθάνωνται τας παρατηρήσεις των άλλων -
Συννεφκιασμένος ουρανός τζι' αρκίνησεν να βρέσσιει τζι' ο ξιπετσισμένος κουρκουτάς τον άλλον κατατρέσσιει
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Κουρκουτάς = είδος μεγάλης σαύρας -
Τ' αμμάτιν πύρκον καταλιεί τζ' ανώγια βάλει κάτω
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Λέγεται επί ανθρώπων τους οποίους χαρακτηρίζει βάσκανος οφθαλμός -
Τζιείνον που γίνην εν πογίνεται
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Η παροιμία λέγεται επί γενομένης ήδη συμφοράς την οποίαν προσπαθούν να δικαιολογήσουν “κατόπιν εορτής” -
Τζιείνον πούσσιεν η 'ρκά στον νούν της, εθώρεν το όρομαν
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Κείνο πούχε η γρηά στο μυαλό της τόβλεπε στ΄όνειρό της. Ερμηνία : Δια τους αδημονούντας να εκτελέσουν κάτι -
Τζιείνος πον σε ξέρει ακριβά σε γοράζει
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Ερμηνεία: Λέγεται επί ανθρώπων οι οποίοι κατά βάθος τίποτε δεν αξίζουν, ενώ φαινομενικώς θέλουν να παρουσιάζωνται ως καλοι -
Τζιείνος που λουτουρκά σε δκιό εκκλησιές της μιάς γελά της
Κωνσταντίνου, Χαρίλαος Ζ. (1954)Κείνος που λειτουργά σε δυό εκκλησιές τη μια την ξεγελάει. Ερμηνία : Επί των περί πολλά ασχολουμένων, οι οποίοι δεν δύναται να φέρουν εις πέρας όλας τας εργασίας που αναλαμβάνουν. Αντιστοιχεί το ρητό :”Ου δύναται τις συσί ...