Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 13-30 από 30
-
Νοικοκύρης, καραβοκύρης
(1952) -
Ξέρ' ο Θεός ποιό δεντρο θα ξεράνη
(1952) -
Όποιος μικρός παντρεύεται, βλέπει παιδιά κι' αδέρφια
(1952)Τα παιδιά του μεγαλώνουν σαν αΔερφια του -
Ότα βουλιάξ' η βάρκα, τι ναν τη κάμης τη σέσουλα;
(1952)Σέσουλα ( ιταλ.) = φτυαράκι από ντενεκέ, για να βγάζουν τα νερά από τη βάρκα. Είναι αργά πια για μικροβοήθειες και παρηγοριές -
Ογρή λύπη, καλή λύπη, στεγνή λύπη, κακή λύπη
(1952)Λύπη που ξεσπάει σε δάκρυα, ανακουφίζεται η άλλη, χωρίς δάκρυα, είναι πιό βαριά -
Πολλά μαλλιά, λίγα μυαλά
(1952) -
Το Μάη το ψωμί φεύγει, αφ' το σπίτι και πάει στ' αστάχυα
(1952)Αρχίζουνε τα στάχυα να ψωμώνουν αλλά η περυσινή σοδειά στο σπίτι έχει τελειώσει -
Το πουνεντογάρμπι όσο βραδιάζει, ξιδιάζει
(1952)Πουνεντογάρμπι = άνεμος, αναμεσα πουνέντε (ιταλική δυτικός) και γαρμπή. Φτάνει στον Ελιό περνώντας αναμεσα Ζάκυνθο και Παλική. Όσο βραδιάζει, γίνεται δυνατότερος -
Ως τσή Μισοσπορίτισσας, μισό 'φαγα, μίσο 'σπείρα, μισό 'χω να περάσω
(1952)Της Παναγίας των Εισοδίων (21 Νοεμβρ.), ο γεωργός έχει μοιράσει σε τρία τη σοδεία της χρονιάς