Πλοήγηση ανά Λήμμα "όνομα"
Αποτελέσματα 173-192 από 350
-
Μόνου τ' όνουμά σ'
(1961) -
Να βγη του θεριστή το 'νάμι κι ας θέτη να κοιμάται
(1920)Νάμι = δόξα, φήμη, τιμή (λέξις τουρκική) -
Να κυρά γειτόνισσα το δικό μου τ' όνομα
(1889)Ερμηνεία: Επί των αποδιδόντων τοις άλλοις τα εαυτών αίσχη -
Να, κυρά γειτόνισσα, το δικό μου όνομα
(1922)Ερμηνεία: Επί ασέμνων γυναικών θελουσών να εξομοιωθώσι προς τας τιμίας -
Ντο θα εβγαίν' τ' όνομασ' τ' ομμάτι σ' να εβγαίν' κι άλλο καλλίον εν
(1939)Όμοιο με το: Κάλλιο να βγει το μάτι σου παρά τ' όνομά σου -
Ο Αύγουστος έχει τ' όνομα κι ο τρυγωτής τρυγάει
Ερμηνεία: Επί των επιδεικνυομένων χωρίς να εκτελώσθ το καθήκον των